Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου13 Απριλίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί ΙΓ’, του εν Αγίοις Πατρός ημών Μαρτίνου Πάπα Ρώμης.
Ο σην γεγηθώς σάρκα Σώτερ εσθίων,
Απεκδύσει γέγηθε σαρκός Μαρτίνος.
Αμφί τρίτη δεκάτη θάνε Μαρτίνος περίπυστος.
Ούτος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Κώνσταντος του εγγόνου Ηρακλείου εν έτει χμδ’ [644], ο οποίος εφονεύθη εις τας εν Σικελία Συρακούσας, εν τω λουτρώ τω λεγομένω Δάφνη, λαβών πληγήν εις την κεφαλήν με ένα κάδδον, από τον Ανδρέαν Τρωΐλου. Ούτος λοιπόν ο θεσπέσιος δια την Ορθόδοξον πίστιν, εφέρθη βιαίως από την Ρώμην εις την Κωνσταντινούπολιν, ομού με άλλους Δυτικούς Επισκόπους κατά προσταγήν του βασιλέως. Πολλάς δε θλίψεις και κακοπαθείας υπέμεινεν ο μακάριος ομού με εκείνους εις τον δρόμον, έως να έλθουν εις Κωνσταντινούπολιν. Επειδή γαρ, ο μεν βασιλεύς εδεφένδευε την δυσσεβή αίρεσιν των Μονοθελητών, ο δε Άγιος Μαρτίνος, απεκήρυξε και ανεθεμάτισε τον Σέργιον και Πύρρον και Θεόδωρον τους Μονοθελητάς, και όρον εξέδωκε μετά της εν Ρώμη συναχθείσης Συνόδου, ο οποίος ανέτρεπε την των Μονοθελητών αίρεσιν (1). Δια ταύτα, λέγω, έστειλεν ο βασιλεύς και έφερε τον Άγιον εις την Κωνσταντινούπολιν, ως είπομεν, και δέσας αυτόν και τους συν αυτώ Επισκόπους, ωσάν κακούργους και ληστάς, με αλυσίδας και δεσμά, εφυλάκωσεν αυτούς εις το Πραιτώριον, και εκεί τους αφήκε φυλακωμένους τρεις ολοκλήρους χρόνους. Έπειτα απέστειλεν αυτόν και τους συν αυτώ εξορίστους εις την πόλιν της Χερσώνος την πλησιάζουσαν εις το Κρίμι. Εκεί λοιπόν πολλά δεινά υπομείνας ο αοίδιμος, και μαρτυρικώς την ζωήν του διαπεράσας, προς Κύριον εξεδήμησε. Το δε άγιον αυτού λείψανον ενταφιάσθη έξω από την πόλιν της Χερσώνος, εν τω Ναώ της Υπεραγίας Θεοτόκου.
(1) Σημείωσαι ότι ο Άγιος Μαρτίνος αρχιεράτευσεν εν Ρώμη χρόνους πέντε και μήνας τέσσαρας.
*
Τη αυτή ημέρα μνήμη των ανωτέρω Αγίων Ομολογητών Επισκόπων Δυτικών, των συν τω Αγίω Μαρτίνω.
Ορθά φρονούντες άνδρες ιερωμένοι,
Φυγήν κατεκρίθησαν ευθύμως μάλα.
*
Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Κυντιλλιανού, Μαξίμου, και Δάδα. Τελείται δε η αυτών Σύναξις εν τοις Βιγλεντίου.
Τίνες κεφαλών οι δε κείμενοι δίχα;
Κυντιλλιανός Μάξιμός τε και Δάδας.
Κατά τους χρόνους Διοκλητιανού και Μαξιμιανού των ασεβών βασιλέων εν έτει σϞς’ [296], επιάσθησαν οι Άγιοι ούτοι εις την χώραν Οζοβίαν, και παρεδόθησαν εις τους υπάτους, τον Ταρκύνιον και Γάϊον. Κριθέντες λοιπόν από αυτούς, και ομολογήσαντες τον Χριστόν, εβάλθησαν εις φυλακήν. Αφ’ ου δε εκοιμήθησαν, εφάνη ο Διάβολος εις αυτούς, και τους εσυμβούλευε να αρνηθούν τον Χριστόν. Όθεν εσηκώθησαν και επροσηύχοντο, στηρίζοντες ένας τον άλλον εις την του Χριστού πίστιν. Τότε Άγγελος Κυρίου ελθών, έδωκε θάρρος και δύναμιν εις αυτούς. Όταν δε εξημέρωσεν, αναγκάσθησαν πολλά από τους δυσσεβείς δια να αρνηθούν τον Χριστόν. Επειδή δε, όχι μόνον δεν αρνήθησαν τον Χριστόν, αλλά και εκήρυξαν αυτόν μεγαλοφώνως και θαρσαλέως, Θεόν αληθινόν και ποιητήν του παντός, δια τούτο εδάρθησαν δυνατά, και πάλιν εβάλθησαν εις φυλακήν. Έπειτα εξετασθέντες ομού και με άλλους, τελευταίον απεκεφαλίσθησαν, και ούτως ανέβησαν οι μακάριοι στεφανηφόροι εις τα Ουράνια.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Ελευθέριος ο Πέρσης ξίφει τελειούται.
Ελευθέριος ουκ εδουλώθη πλάνη,
Ελεύθερος δε προς ξίφους έστη στόμα.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Θεοδόσιος ξίφει τελειούται.
Θεοίς προσοίσειν μηδαμώς πεισθείς δόσιν,
Ήχθη Θεοδόσιος την επί ξίφος.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Ζώϊλος ο Ρωμαίος, εν ξύλω κρεμασθείς, τελειούται.
Τόξου βέλει Ζώϊλε πληγείς εν ξύλω,
Πλήττεις τον εισάξαντα την φθοράν ξύλω.
*
Του Αγίου νέου Μάρτυρος Δημητρίου του Πελοποννησίου αθλήσαντος εν έτει 1803 (2).
(2) Το Μαρτύριον αυτού όρα εις το Νέον Λειμωνάριον.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ ΙΓ΄, τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Μαρτίνου Πάπα Ῥώμης.
Ὁ σὴν γεγηθὼς σάρκα Σῶτερ ἐσθίων,
Ἀπεκδύσει γέγηθε σαρκὸς Μαρτῖνος.
Ἀμφὶ τρίτῃ δεκάτῃ θάνε Μαρτῖνος περίπυστος.
Οὗτος ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Κώνσταντος τοῦ ἐγγόνου Ἡρακλείου ἐν ἔτει χμδ΄ [644], ὁ ὁποῖος ἐφονεύθη εἰς τὰς ἐν Σικελίᾳ Συρακούσας, ἐν τῷ λουτρῷ τῷ λεγομένῳ Δάφνη, λαβὼν πληγὴν εἰς τὴν κεφαλὴν μὲ ἕνα κάδδον, ἀπὸ τὸν Ἀνδρέαν Τρωΐλου. Οὗτος λοιπὸν ὁ θεσπέσιος διὰ τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν, ἐφέρθη βιαίως ἀπὸ τὴν Ῥώμην εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, ὁμοῦ μὲ ἄλλους Δυτικοὺς Ἐπισκόπους κατὰ προσταγὴν τοῦ βασιλέως. Πολλὰς δὲ θλίψεις καὶ κακοπαθείας ὑπέμεινεν ὁ μακάριος ὁμοῦ μὲ ἐκείνους εἰς τὸν δρόμον, ἕως νὰ ἔλθουν εἰς Κωνσταντινούπολιν. Ἐπειδὴ γάρ, ὁ μὲν βασιλεὺς ἐδεφένδευε τὴν δυσσεβῆ αἵρεσιν τῶν Μονοθελητῶν, ὁ δὲ Ἅγιος Μαρτῖνος, ἀπεκήρυξε καὶ ἀνεθεμάτισε τὸν Σέργιον καὶ Πύρρον καὶ Θεόδωρον τοὺς Μονοθελητάς, καὶ ὅρον ἐξέδωκε μετὰ τῆς ἐν Ῥώμῃ συναχθείσης Συνόδου, ὁ ὁποῖος ἀνέτρεπε τὴν τῶν Μονοθελητῶν αἵρεσιν (1). Διὰ ταῦτα, λέγω, ἔστειλεν ὁ βασιλεὺς καὶ ἔφερε τὸν Ἅγιον εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, ὡς εἴπομεν, καὶ δέσας αὐτὸν καὶ τοὺς σὺν αὐτῷ Ἐπισκόπους, ὡσὰν κακούργους καὶ λῃστάς, μὲ ἁλυσίδας καὶ δεσμά, ἐφυλάκωσεν αὐτοὺς εἰς τὸ Πραιτώριον, καὶ ἐκεῖ τοὺς ἀφῆκε φυλακωμένους τρεῖς ὁλοκλήρους χρόνους. Ἔπειτα ἀπέστειλεν αὐτὸν καὶ τοὺς σὺν αὐτῷ ἐξορίστους εἰς τὴν πόλιν τῆς Χερσῶνος τὴν πλησιάζουσαν εἰς τὸ Κρίμι. Ἐκεῖ λοιπὸν πολλὰ δεινὰ ὑπομείνας ὁ ἀοίδιμος, καὶ μαρτυρικῶς τὴν ζωήν του διαπεράσας, πρὸς Κύριον ἐξεδήμησε. Τὸ δὲ ἅγιον αὐτοῦ λείψανον ἐνταφιάσθη ἔξω ἀπὸ τὴν πόλιν τῆς Χερσῶνος, ἐν τῷ Ναῷ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
(1) Σημείωσαι ὅτι ὁ Ἅγιος Μαρτῖνος ἀρχιεράτευσεν ἐν Ῥώμῃ χρόνους πέντε καὶ μῆνας τέσσαρας.
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τῶν ἀνωτέρω Ἁγίων Ὁμολογητῶν Ἐπισκόπων Δυτικῶν, τῶν σὺν τῷ Ἁγίῳ Μαρτίνῳ.
Ὀρθὰ φρονοῦντες ἄνδρες ἱερωμένοι,
Φυγὴν κατεκρίθησαν εὐθύμως μάλα.
*
Μνήμη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Κυντιλλιανοῦ, Μαξίμου, καὶ Δάδα. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῶν Σύναξις ἐν τοῖς Βιγλεντίου.
Τίνες κεφαλῶν οἵ δε κείμενοι δίχα;
Κυντιλλιανὸς Μάξιμός τε καὶ Δάδας.
Κατὰ τοὺς χρόνους Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ τῶν ἀσεβῶν βασιλέων ἐν ἔτει σϞς΄ [296], ἐπιάσθησαν οἱ Ἅγιοι οὗτοι εἰς τὴν χώραν Ὀζοβίαν, καὶ παρεδόθησαν εἰς τοὺς ὑπάτους, τὸν Ταρκύνιον καὶ Γάϊον. Κριθέντες λοιπὸν ἀπὸ αὐτούς, καὶ ὁμολογήσαντες τὸν Χριστόν, ἐβάλθησαν εἰς φυλακήν. Ἀφ’ οὗ δὲ ἐκοιμήθησαν, ἐφάνη ὁ Διάβολος εἰς αὐτούς, καὶ τοὺς ἐσυμβούλευε νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστόν. Ὅθεν ἐσηκώθησαν καὶ ἐπροσηύχοντο, στηρίζοντες ἕνας τὸν ἄλλον εἰς τὴν τοῦ Χριστοῦ πίστιν. Τότε Ἄγγελος Κυρίου ἐλθών, ἔδωκε θάρρος καὶ δύναμιν εἰς αὐτούς. Ὅταν δὲ ἐξημέρωσεν, ἀναγκάσθησαν πολλὰ ἀπὸ τοὺς δυσσεβεῖς διὰ νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστόν. Ἐπειδὴ δέ, ὄχι μόνον δὲν ἀρνήθησαν τὸν Χριστόν, ἀλλὰ καὶ ἐκήρυξαν αὐτὸν μεγαλοφώνως καὶ θαρσαλέως, Θεὸν ἀληθινὸν καὶ ποιητὴν τοῦ παντός, διὰ τοῦτο ἐδάρθησαν δυνατά, καὶ πάλιν ἐβάλθησαν εἰς φυλακήν. Ἔπειτα ἐξετασθέντες ὁμοῦ καὶ μὲ ἄλλους, τελευταῖον ἀπεκεφαλίσθησαν, καὶ οὕτως ἀνέβησαν οἱ μακάριοι στεφανηφόροι εἰς τὰ Οὐράνια.
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἐλευθέριος ὁ Πέρσης ξίφει τελειοῦται.
Ἐλευθέριος οὐκ ἐδουλώθη πλάνῃ,
Ἐλεύθερος δὲ πρὸς ξίφους ἔστη στόμα.
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεοδόσιος ξίφει τελειοῦται.
Θεοῖς προσοίσειν μηδαμῶς πεισθεὶς δόσιν,
Ἤχθη Θεοδόσιος τὴν ἐπὶ ξίφος.
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ζώϊλος ὁ Ῥωμαῖος, ἐν ξύλῳ κρεμασθείς, τελειοῦται.
Τόξου βέλει Ζώϊλε πληγεὶς ἐν ξύλῳ,
Πλήττεις τὸν εἰσάξαντα τὴν φθορὰν ξύλῳ.
*
Τοῦ Ἁγίου νέου Μάρτυρος Δημητρίου τοῦ Πελοποννησίου ἀθλήσαντος ἐν ἔτει 1803 (2).
(2) Τὸ Μαρτύριον αὐτοῦ ὅρα εἰς τὸ Νέον Λειμωνάριον.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *