Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου9 Απριλίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί Θ’, μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Ευψυχίου του εν Καισαρεία.
Εκεί μετήλθεν Ευψύχιον το ξίφος,
Ου Χριστός ήλθε Καισαρείας εις μέρη.
Φάσγανον αμφ’ ενάτην Ευψυχίου έκταμε λαιμόν.
Ούτος ήτον από την χώραν των Καππαδοκών (1) κατά τους χρόνους του παραβάτου Ιουλιανού εν έτει τξβ’ [362]. Ζων δε ζωήν ακατηγόρητον, επήρε γυναίκα νόμιμον. Επειδή δε άναψεν από θεϊκόν ζήλον, επήρε πολλούς Χριστιανούς, και πηγαίνωντας με αυτούς, εκρήμνισεν από τα θεμέλια τον ελληνικόν ναόν, όστις επωνομάζετο της Τύχης, εις τον οποίον είχε προσπάθειαν και αγάπην ο επάρατος Ιουλιανός, προσφέρων εις αυτόν καθ’ εκάστην ημέραν θυσίας. Αφ’ ου δε εφανερώθη τούτο, οπού έκαμεν ο Άγιος, επρόσταξεν ο παραβάτης, ότι οι μεν άλλοι Χριστιανοί, να παραδοθούν εις εξορίας και διάφορα βάσανα. Ο δε Άγιος Ευψύχιος να αποκεφαλισθή, επειδή έγινεν αίτιος του τοιούτου πράγματος. Όθεν αποκεφαλισθείς, έλαβεν ο αοίδιμος του μαρτυρίου τον στέφανον.
(1) Ίσως είναι σφάλμα αντιγραφικόν, και αντί να γράψη Καισαρείας της Φιλίππου, όπου επήγεν ο Κύριος κατά την περίληψιν του διστίχου ιάμβου, έγραψε Καππαδοκών, όπου ο Κύριος ουκ απήλθεν. Άλλως γαρ εναντιολογία ακολουθεί.
*
Τη αυτή ημέρα μνήμη του Αγίου Οσιομάρτυρος Βαδίμου του Αρχιμανδρίτου και των επτά μαθητών αυτού.
Επτάς μαθητών συντέτμηται Βαδίμω,
Εις Ουρανούς δ’ έφθασεν ου Θεού θρόνος.
Ούτος ήτον κατά τους χρόνους Σαβωρίου μεν βασιλέως Περσών, Κωνσταντίνου δε του Μεγάλου βασιλέως Ρωμαίων εν έτει τλ’ [330], καταγόμενος από την πόλιν Βηθλαπάτην, από γένος ένδοξον και λαμπρόν. Καταφρονήσας δε την λαμπρότητα του γένους του, και τον πολύν πλούτον οπού είχεν, έγινε Μοναχός και Αρχιμανδρίτης ενός Μοναστηρίου. Δια δε την του Χριστού ομολογίαν, επιάσθη από τους εν Περσία πυρσολάτρας, μαζί με τους επτά μαθητάς του, και εβάλθη εις την φυλακήν τέσσαρας μήνας. Είτα ευγάλαντες τον Άγιον από την φυλακήν, έδωκαν αυτόν εις ένα δήμιον Νιρσάν ονομαζόμενον, δια να τον αποκεφαλίση, ο οποίος δήμιος, ήτον μεν πρώτον Χριστιανός, δια δε τον φόβον των βασάνων αρνήθη τον Χριστόν. Τούτον δε βλέπωντας ο Άγιος Βάδιμος, εταλάνισε και ελεεινολόγησε δια την άρνησιν. Τέσσαρες φοραίς δε εκτύπησε το σπαθί ο αρνησίχριστος δήμιος κατά του Αγίου, με τρομασμένον χέρι, και έτζι με πολύν πόνον και βάσανον έκαμε τον Άγιον να παραδώση το πνεύμα του εις τον Θεόν. Ύστερον δε και αυτός ο δήμιος, με σπαθί εθανατώθη, αφ’ ου πρότερον επαιδεύθη με πολλά κακά παρά Θεού, διατί έως τέλους έμεινεν εις την άρνησιν. Απεκεφαλίσθησαν δε μαζί με τον Άγιον Βάδιμον και οι ρηθέντες επτά μαθηταί του, και έτζι έλαβον όλοι ομού τους στεφάνους του μαρτυρίου.
*
Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων των εν τη αιχμαλωσία αναιρεθέντων εν Περσία.
Εις πυρσολατρών γην εναθλεί Περσίδα,
Η Χριστολατρών αυχενότμητος φάλαγξ.
Ο των Περσών βασιλεύς Σαβώριος κατά τον πεντηκοστόν τρίτον χρόνον της βασιλείας του, ήλθε πολεμώντας τους τόπους των Ρωμαίων. Όθεν εσκλάβωσε και την χώραν την ονομαζομένην Βιζάτην, και τους μεν εν αυτή ευρισκομένους στρατιώτας, και εκείνους, οπού εδύναντο να βαστάζουν άρματα και να πολεμούν, τούτους λέγω εθανάτωσε. Τον δε λαόν, οπού δεν εδύναντο να πολεμούν, ήγουν τας γυναίκας και γέροντας και παιδία, τον Επίσκοπον Ηλιόδωρον, και τους Πρεσβυτέρους Δησάν και Μαριάβ και όλους τους κληρικούς, τούτους λέγω όλους δεν εθανάτωσεν, αλλά αφήκεν αυτούς ζωντανούς. Όταν δε ο Επίσκοπος Ηλιόδωρος έμελλε να αποθάνη, εχειροτόνησεν αντί αυτού τον Πρεσβύτερον Δησάν. Εις καιρόν λοιπόν οπού ανεφέρετο εις τον Θεόν η δοξολογία, ήτις συνειθίζει να γίνεται εν τη Εκκλησία, τότε ο αρχιμάγος Αδεφάρ ανέφερεν εις τον βασιλέα Σαβώριον, ότι οι παρ’ αυτού αφεθέντες Χριστιανοί, έκαμαν Επίσκοπόν τους τον Δησάν, και τώρα βλασφημούσιν εναντίον του βασιλέως και της θρησκείας του άνδρες Χριστιανοί τον αριθμόν τετρακόσιοι, οι οποίοι όλοι πιασθέντες, επειδή δεν επείσθησαν να προσκυνήσουν τον ήλιον και την φωτίαν, απεκεφαλίσθησαν. Πέντε δε από αυτούς μικροψυχήσαντες και φοβηθέντες, επρόσδραμον εις τον βασιλέα, και εδέχθησαν την μιαράν θρησκείαν του, απολέσαντες οι άθλιοι τας ψυχάς των δια την πρόσκαιρον ταύτην ζωήν. Ένας δε από τους αποκεφαλισθέντας, Αυδιησούς ονομαζόμενος, δεν έλαβε κτύπημα σπαθίου δυνατόν και θανατηφόρον, δια τούτο και δεν απέθανεν, όθεν ζήσας, εκήρυττεν ανδρείως τον λόγον του Θεού. Αλλά ένας ασεβής, ορμήσας κατ’ επάνω του με σπαθί, εθανάτωσεν αυτόν, όστις εδέχθη μετά χαράς την σφαγήν, διατί ηξιώθη να συναριθμηθή με τους λοιπούς, οπού απεκεφαλίσθησαν πρότερον. Ελυπείτο γαρ και ανεστέναζεν ο αοίδιμος, διατί εχωρίσθη από τον χορόν των συμμαρτύρων του.
*
Ο ρηθείς Άγιος Αυδιησούς μαχαίρα τελειούται.
Ων αιχμάλωτος Αυδιησούς την τύχην,
Ηλευθέρωται την σφαγήν δους ως λύτρον.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ Θ΄, μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Εὐψυχίου τοῦ ἐν Καισαρείᾳ.
Ἐκεῖ μετῆλθεν Εὐψύχιον τὸ ξίφος,
Οὗ Χριστὸς ἦλθε Καισαρείας εἰς μέρη.
Φάσγανον ἀμφ’ ἐνάτην Εὐψυχίου ἔκταμε λαιμόν.
Οὗτος ἦτον ἀπὸ τὴν χώραν τῶν Καππαδοκῶν (1) κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ παραβάτου Ἰουλιανοῦ ἐν ἔτει τξβ΄ [362]. Ζῶν δὲ ζωὴν ἀκατηγόρητον, ἐπῆρε γυναῖκα νόμιμον. Ἐπειδὴ δὲ ἄναψεν ἀπὸ θεϊκὸν ζῆλον, ἐπῆρε πολλοὺς Χριστιανούς, καὶ πηγαίνωντας μὲ αὐτούς, ἐκρήμνισεν ἀπὸ τὰ θεμέλια τὸν ἑλληνικὸν ναόν, ὅστις ἐπωνομάζετο τῆς Τύχης, εἰς τὸν ὁποῖον εἶχε προσπάθειαν καὶ ἀγάπην ὁ ἐπάρατος Ἰουλιανός, προσφέρων εἰς αὐτὸν καθ’ ἑκάστην ἡμέραν θυσίας. Ἀφ’ οὗ δὲ ἐφανερώθη τοῦτο, ὁποῦ ἔκαμεν ὁ Ἅγιος, ἐπρόσταξεν ὁ παραβάτης, ὅτι οἱ μὲν ἄλλοι Χριστιανοί, νὰ παραδοθοῦν εἰς ἐξορίας καὶ διάφορα βάσανα. Ὁ δὲ Ἅγιος Εὐψύχιος νὰ ἀποκεφαλισθῇ, ἐπειδὴ ἔγινεν αἴτιος τοῦ τοιούτου πράγματος. Ὅθεν ἀποκεφαλισθείς, ἔλαβεν ὁ ἀοίδιμος τοῦ μαρτυρίου τὸν στέφανον.
(1) Ἴσως εἶναι σφάλμα ἀντιγραφικόν, καὶ ἀντὶ νὰ γράψῃ Καισαρείας τῆς Φιλίππου, ὅπου ἐπῆγεν ὁ Κύριος κατὰ τὴν περίληψιν τοῦ διστίχου ἰάμβου, ἔγραψε Καππαδοκῶν, ὅπου ὁ Κύριος οὐκ ἀπῆλθεν. Ἄλλως γὰρ ἐναντιολογία ἀκολουθεῖ.
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ὁσιομάρτυρος Βαδίμου τοῦ Ἀρχιμανδρίτου καὶ τῶν ἑπτὰ μαθητῶν αὐτοῦ.
Ἑπτὰς μαθητῶν συντέτμηται Βαδίμῳ,
Εἰς Οὐρανοὺς δ’ ἔφθασεν οὗ Θεοῦ θρόνος.
Οὗτος ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους Σαβωρίου μὲν βασιλέως Περσῶν, Κωνσταντίνου δὲ τοῦ Μεγάλου βασιλέως Ῥωμαίων ἐν ἔτει τλ΄ [330], καταγόμενος ἀπὸ τὴν πόλιν Βηθλαπάτην, ἀπὸ γένος ἔνδοξον καὶ λαμπρόν. Καταφρονήσας δὲ τὴν λαμπρότητα τοῦ γένους του, καὶ τὸν πολὺν πλοῦτον ὁποῦ εἶχεν, ἔγινε Μοναχὸς καὶ Ἀρχιμανδρίτης ἑνὸς Μοναστηρίου. Διὰ δὲ τὴν τοῦ Χριστοῦ ὁμολογίαν, ἐπιάσθη ἀπὸ τοὺς ἐν Περσίᾳ πυρσολάτρας, μαζὶ μὲ τοὺς ἑπτὰ μαθητάς του, καὶ ἐβάλθη εἰς τὴν φυλακὴν τέσσαρας μῆνας. Εἶτα εὐγάλαντες τὸν Ἅγιον ἀπὸ τὴν φυλακήν, ἔδωκαν αὐτὸν εἰς ἕνα δήμιον Νιρσᾶν ὀνομαζόμενον, διὰ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσῃ, ὁ ὁποῖος δήμιος, ἦτον μὲν πρῶτον Χριστιανός, διὰ δὲ τὸν φόβον τῶν βασάνων ἀρνήθη τὸν Χριστόν. Τοῦτον δὲ βλέπωντας ὁ Ἅγιος Βάδιμος, ἐταλάνισε καὶ ἐλεεινολόγησε διὰ τὴν ἄρνησιν. Τέσσαρες φοραῖς δὲ ἐκτύπησε τὸ σπαθὶ ὁ ἀρνησίχριστος δήμιος κατὰ τοῦ Ἁγίου, μὲ τρομασμένον χέρι, καὶ ἔτζι μὲ πολὺν πόνον καὶ βάσανον ἔκαμε τὸν Ἅγιον νὰ παραδώσῃ τὸ πνεῦμά του εἰς τὸν Θεόν. Ὕστερον δὲ καὶ αὐτὸς ὁ δήμιος, μὲ σπαθὶ ἐθανατώθη, ἀφ’ οὗ πρότερον ἐπαιδεύθη μὲ πολλὰ κακὰ παρὰ Θεοῦ, διατὶ ἕως τέλους ἔμεινεν εἰς τὴν ἄρνησιν. Ἀπεκεφαλίσθησαν δὲ μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιον Βάδιμον καὶ οἱ ῥηθέντες ἑπτὰ μαθηταί του, καὶ ἔτζι ἔλαβον ὅλοι ὁμοῦ τοὺς στεφάνους τοῦ μαρτυρίου.
*
Μνήμη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων τῶν ἐν τῇ αἰχμαλωσίᾳ ἀναιρεθέντων ἐν Περσίᾳ.
Εἰς πυρσολατρῶν γῆν ἐναθλεῖ Περσίδα,
Ἡ Χριστολατρῶν αὐχενότμητος φάλαγξ.
Ὁ τῶν Περσῶν βασιλεὺς Σαβώριος κατὰ τὸν πεντηκοστὸν τρίτον χρόνον τῆς βασιλείας του, ἦλθε πολεμῶντας τοὺς τόπους τῶν Ῥωμαίων. Ὅθεν ἐσκλάβωσε καὶ τὴν χώραν τὴν ὀνομαζομένην Βιζάτην, καὶ τοὺς μὲν ἐν αὐτῇ εὑρισκομένους στρατιώτας, καὶ ἐκείνους, ὁποῦ ἐδύναντο νὰ βαστάζουν ἅρματα καὶ νὰ πολεμοῦν, τούτους λέγω ἐθανάτωσε. Τὸν δὲ λαόν, ὁποῦ δὲν ἐδύναντο νὰ πολεμοῦν, ἤγουν τὰς γυναῖκας καὶ γέροντας καὶ παιδία, τὸν Ἐπίσκοπον Ἡλιόδωρον, καὶ τοὺς Πρεσβυτέρους Δησὰν καὶ Μαριὰβ καὶ ὅλους τοὺς κληρικούς, τούτους λέγω ὅλους δὲν ἐθανάτωσεν, ἀλλὰ ἀφῆκεν αὐτοὺς ζωντανούς. Ὅταν δὲ ὁ Ἐπίσκοπος Ἡλιόδωρος ἔμελλε νὰ ἀποθάνῃ, ἐχειροτόνησεν ἀντὶ αὐτοῦ τὸν Πρεσβύτερον Δησάν. Εἰς καιρὸν λοιπὸν ὁποῦ ἀνεφέρετο εἰς τὸν Θεὸν ἡ δοξολογία, ἥτις συνειθίζει νὰ γίνεται ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, τότε ὁ ἀρχιμάγος Ἀδεφὰρ ἀνέφερεν εἰς τὸν βασιλέα Σαβώριον, ὅτι οἱ παρ’ αὐτοῦ ἀφεθέντες Χριστιανοί, ἔκαμαν Ἐπίσκοπόν τους τὸν Δησάν, καὶ τώρα βλασφημοῦσιν ἐναντίον τοῦ βασιλέως καὶ τῆς θρῃσκείας του ἄνδρες Χριστιανοὶ τὸν ἀριθμὸν τετρακόσιοι, οἱ ὁποῖοι ὅλοι πιασθέντες, ἐπειδὴ δὲν ἐπείσθησαν νὰ προσκυνήσουν τὸν ἥλιον καὶ τὴν φωτίαν, ἀπεκεφαλίσθησαν. Πέντε δὲ ἀπὸ αὐτοὺς μικροψυχήσαντες καὶ φοβηθέντες, ἐπρόσδραμον εἰς τὸν βασιλέα, καὶ ἐδέχθησαν τὴν μιαρὰν θρῃσκείαν του, ἀπολέσαντες οἱ ἄθλιοι τὰς ψυχάς των διὰ τὴν πρόσκαιρον ταύτην ζωήν. Ἕνας δὲ ἀπὸ τοὺς ἀποκεφαλισθέντας, Αὐδιησοῦς ὀνομαζόμενος, δὲν ἔλαβε κτύπημα σπαθίου δυνατὸν καὶ θανατηφόρον, διὰ τοῦτο καὶ δὲν ἀπέθανεν, ὅθεν ζήσας, ἐκήρυττεν ἀνδρείως τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἕνας ἀσεβής, ὁρμήσας κατ’ ἐπάνω του μὲ σπαθί, ἐθανάτωσεν αὐτόν, ὅστις ἐδέχθη μετὰ χαρᾶς τὴν σφαγήν, διατὶ ἠξιώθη νὰ συναριθμηθῇ μὲ τοὺς λοιπούς, ὁποῦ ἀπεκεφαλίσθησαν πρότερον. Ἐλυπεῖτο γὰρ καὶ ἀνεστέναζεν ὁ ἀοίδιμος, διατὶ ἐχωρίσθη ἀπὸ τὸν χορὸν τῶν συμμαρτύρων του.
*
Ὁ ῥηθεὶς Ἅγιος Αὐδιησοῦς μαχαίρᾳ τελειοῦται.
Ὢν αἰχμάλωτος Αὐδιησοῦς τὴν τύχην,
Ἠλευθέρωται τὴν σφαγὴν δοὺς ὡς λύτρον.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *