Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου2 Απριλίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί Β’, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Τίτου του Θαυματουργού.
Τι τούτο Τίτε; και συ λείπεις εκ βίου;
Λείπω μεταστάς, δόξαν ούτω Κυρίω.
Δευτερίη Τίτοιο από ψυχήν νόες ήραν.
Ούτος ο μακάριος και Άγιος Πατήρ ημών Τίτος, ηγάπησε τον Θεόν εκ νεαράς του ηλικίας. Όθεν επήγεν εις ένα Κοινόβιον και έγινε Μοναχός, και τόσον επρόκοψεν εις την υπακοήν και ταπείνωσιν, ώστε οπού υπερέβη, όχι μόνους τους αδελφούς του Κοινοβίου εκείνου, αλλά και όλους τους άλλους Μοναχούς εκείνου του καιρού. Έγινε δε και Ηγούμενος και ποιμήν των λογικών προβάτων του Χριστού, και τόσην αγάπην και πραότητα και συμπάθειαν είχεν ο τρισόλβιος εις το ποίμνιόν του, εις τρόπον ότι τότε δεν ήτον άλλος τινάς όμοιος αυτού. Εφυλάχθη δε καθαρός και κατά το σώμα και κατά την ψυχήν εκ νεαράς του ηλικίας, ωσάν Άγγελος Θεού, δια τούτο ηξιώθη να γένη και θαυματουργός. Ούτω λοιπόν ζήσας, και αφήσας τους μαθητάς και συνασκητάς του, εικόνα έμψυχον της εδικής του αρετής και ασκητικής πολιτείας, απήλθε προς Κύριον.
*
Τη αυτή ημέρα μνήμη των Αγίων Μαρτύρων και αυταδέλφων Αμφιανού και Αιδεσίου.
Σω συμβυθισθείς Αμφιανέ συγγόνω,
Ύδωρ θαλάσσης αμφιέννυμαι λέγε.
Ούτοι οι Άγιοι ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Μαξιμιανού εν έτει σϞε’ [295], αδελφοί μεν όντες κατά σάρκα εκ μητρός, καταγόμενοι δε, από την χώραν της Λυδίας. Ούτοι λοιπόν πηγαίνοντες εις το Βερούτι, ωδηγήθησαν εις την πίστιν του Χριστού από τον Άγιον Μάρτυρα Πάμφιλον. Όθεν και ως Χριστιανοί παρεστάθησαν εις τον άρχοντα Ουρβανόν, και ο μεν Αμφιανός πρώτος εκήρυξε παρρησία τον Χριστόν έμπροσθέν του, δια τούτο έδειραν αυτόν εις το πρόσωπον και ελάκτισαν οι στρατιώται με τα ποδάριά των. Έπειτα αλείψαντες με λάδι τους πόδας του Αγίου, έκαυσαν αυτούς με την φωτίαν, και ύστερον εκρέμασαν αυτόν. Κρεμάμενος δε εφαίνετο ο αοίδιμος όλος πρισμένος, σχισμένα μεν έχων τα πλευρά από τα πολλά λακτίσματα, κατακεκαυμένας δε φέρων τας σάρκας των ποδών του. Επιμένωντας λοιπόν εις την του Χριστού ομολογίαν, ερρίφθη εις τον βυθόν της θαλάσσης, και ούτως ετελειώθη, και έλαβε παρά Κυρίου τον του μαρτυρίου στέφανον. Ο δε αδελφός του Αιδέσιος εκαταδικάσθη να ταλαιπωρήται εις τα μέταλλα του χαλκώματος, τα εις την Αίγυπτον ευρισκόμενα. Βλέπωντας δε τον άρχοντα Ιεροκλέα να τιμωρή τους Χριστιανούς, εκαταφρόνησε την ζωήν του, και εκτύπησεν αυτόν με το ίδιόν του χέρι, όθεν ετιμωρήθη με διάφορα βάσανα. Ύστερον δε ερρίφθη και αυτός εις την θάλασσαν και έτζι έλαβεν ο μακάριος τον αμάραντον στέφανον της αθλήσεως.
*
Μνήμη της Αγίας Παρθενομάρτυρος Θεοδώρας (1).
Σεμνή καλή τε η Θεοδώρα ούσα,
Δώρον προσήχθη ευάρεστον Κυρίω.
Αύτη η Αγία ήτον από την πόλιν Τύρον, όταν δε ήτον δεκαεπτά χρόνων κατά την ηλικίαν, επαραστάθη εις τον Ουρβανόν, τον άρχοντα της Παλαιστίνης. Ερωτηθείσα λοιπόν από αυτόν και ομολογήσασα την του Χριστού πίστιν, εδάρθη εις πολλήν ώραν επάνω εις τα πλευρά και εις τα βυζία. Έπειτα ερρίφθη εις την θάλασσαν, και ούτω παρέδωκε την ψυχήν της εις χείρας Θεού, και έλαβε του μαρτυρίου τον στέφανον.
(1) Εν δε τοις χειρογράφοις Συναξαρισταίς γράφεται Θεοδοσίας, και ει τούτο αληθές εστι, φαίνεται ότι η Θεοδοσία αύτη είναι η αυτή με την Θεοδοσίαν, την εορταζομένην κατά την εικοστήν ενάτην του Μαΐου. Καθότι και εκείνη και αύτη Τυρία ήτον, και δεκαοκτώ χρόνων ούσα εκείνη και αύτη, παρέστη Ουρβανώ τω άρχοντι.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Πολύκαρπος ξίφει τελειούται.
Ως κλήμα τμηθείς Πολύκαρπος Κυρίου,
Τον καρπόν ούτω πλείονα Χριστώ φέρει.
*
Ο Όσιος Γρηγόριος, ο εν τω κόλπω της Νικομηδείας ασκήσας, εν έτει ͵ασμ’ [1240], εν ειρήνη τελειούται (2).
Έφιππος άλα Γρηγόριε καθάπερ,
Χέρσον διήλθες, ω τεραστίου ξένου!
(2) Όρα τον Βίον αυτού εν τω Νέω Εκλογίω, τον οποίον συνέγραψε μεν ελληνιστί ο Όσιος Ιωσήφ ο Καλοθέτης, μετέφρασε δε η εμή αναξιότης.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ Β΄, μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Τίτου τοῦ Θαυματουργοῦ.
Τί τοῦτο Τῖτε; καὶ σὺ λείπεις ἐκ βίου;
Λείπω μεταστάς, δόξαν οὕτω Κυρίῳ.
Δευτερίῃ Τίτοιο ἀπὸ ψυχὴν νόες ἦραν.
Οὗτος ὁ μακάριος καὶ Ἅγιος Πατὴρ ἡμῶν Τῖτος, ἠγάπησε τὸν Θεὸν ἐκ νεαρᾶς του ἡλικίας. Ὅθεν ἐπῆγεν εἰς ἕνα Κοινόβιον καὶ ἔγινε Μοναχός, καὶ τόσον ἐπρόκοψεν εἰς τὴν ὑπακοὴν καὶ ταπείνωσιν, ὥστε ὁποῦ ὑπερέβη, ὄχι μόνους τοὺς ἀδελφοὺς τοῦ Κοινοβίου ἐκείνου, ἀλλὰ καὶ ὅλους τοὺς ἄλλους Μοναχοὺς ἐκείνου τοῦ καιροῦ. Ἔγινε δὲ καὶ Ἡγούμενος καὶ ποιμὴν τῶν λογικῶν προβάτων τοῦ Χριστοῦ, καὶ τόσην ἀγάπην καὶ πρᾳότητα καὶ συμπάθειαν εἶχεν ὁ τρισόλβιος εἰς τὸ ποίμνιόν του, εἰς τρόπον ὅτι τότε δὲν ἦτον ἄλλος τινας ὅμοιος αὐτοῦ. Ἐφυλάχθη δὲ καθαρὸς καὶ κατὰ τὸ σῶμα καὶ κατὰ τὴν ψυχὴν ἐκ νεαρᾶς του ἡλικίας, ὡσὰν Ἄγγελος Θεοῦ, διὰ τοῦτο ἠξιώθη νὰ γένῃ καὶ θαυματουργός. Οὕτω λοιπὸν ζήσας, καὶ ἀφήσας τοὺς μαθητὰς καὶ συνασκητάς του, εἰκόνα ἔμψυχον τῆς ἐδικῆς του ἀρετῆς καὶ ἀσκητικῆς πολιτείας, ἀπῆλθε πρὸς Κύριον.
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων καὶ αὐταδέλφων Ἀμφιανοῦ καὶ Αἰδεσίου.
Σῷ συμβυθισθεὶς Ἀμφιανὲ συγγόνῳ,
Ὕδωρ θαλάσσης ἀμφιέννυμαι λέγε.
Οὗτοι οἱ Ἅγιοι ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Μαξιμιανοῦ ἐν ἔτει σϞε΄ [295], ἀδελφοὶ μὲν ὄντες κατὰ σάρκα ἐκ μητρός, καταγόμενοι δέ, ἀπὸ τὴν χώραν τῆς Λυδίας. Οὗτοι λοιπὸν πηγαίνοντες εἰς τὸ Βεροῦτι, ὡδηγήθησαν εἰς τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν Ἅγιον Μάρτυρα Πάμφιλον. Ὅθεν καὶ ὡς Χριστιανοὶ παρεστάθησαν εἰς τὸν ἄρχοντα Οὐρβανόν, καὶ ὁ μὲν Ἀμφιανὸς πρῶτος ἐκήρυξε παρρησίᾳ τὸν Χριστὸν ἔμπροσθέν του, διὰ τοῦτο ἔδειραν αὐτὸν εἰς τὸ πρόσωπον καὶ ἐλάκτισαν οἱ στρατιῶται μὲ τὰ ποδάριά των. Ἔπειτα ἀλείψαντες μὲ λάδι τοὺς πόδας τοῦ Ἁγίου, ἔκαυσαν αὐτοὺς μὲ τὴν φωτίαν, καὶ ὕστερον ἐκρέμασαν αὐτόν. Κρεμάμενος δὲ ἐφαίνετο ὁ ἀοίδιμος ὅλος πρισμένος, σχισμένα μὲν ἔχων τὰ πλευρὰ ἀπὸ τὰ πολλὰ λακτίσματα, κατακεκαυμένας δὲ φέρων τὰς σάρκας τῶν ποδῶν του. Ἐπιμένωντας λοιπὸν εἰς τὴν τοῦ Χριστοῦ ὁμολογίαν, ἐρρίφθη εἰς τὸν βυθὸν τῆς θαλάσσης, καὶ οὕτως ἐτελειώθη, καὶ ἔλαβε παρὰ Κυρίου τὸν τοῦ μαρτυρίου στέφανον. Ὁ δὲ ἀδελφός του Αἰδέσιος ἐκαταδικάσθη νὰ ταλαιπωρῆται εἰς τὰ μέταλλα τοῦ χαλκώματος, τὰ εἰς τὴν Αἴγυπτον εὑρισκόμενα. Βλέπωντας δὲ τὸν ἄρχοντα Ἱεροκλέα νὰ τιμωρῇ τοὺς Χριστιανούς, ἐκαταφρόνησε τὴν ζωήν του, καὶ ἐκτύπησεν αὐτὸν μὲ τὸ ἴδιόν του χέρι, ὅθεν ἐτιμωρήθη μὲ διάφορα βάσανα. Ὕστερον δὲ ἐρρίφθη καὶ αὐτὸς εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἔτζι ἔλαβεν ὁ μακάριος τὸν ἀμάραντον στέφανον τῆς ἀθλήσεως.
*
Μνήμη τῆς Ἁγίας Παρθενομάρτυρος Θεοδώρας (1).
Σεμνὴ καλή τε ἡ Θεοδώρα οὖσα,
Δῶρον προσήχθη εὐάρεστον Κυρίῳ.
Αὕτη ἡ Ἁγία ἦτον ἀπὸ τὴν πόλιν Τύρον, ὅταν δὲ ἦτον δεκαεπτὰ χρόνων κατὰ τὴν ἡλικίαν, ἐπαραστάθη εἰς τὸν Οὐρβανόν, τὸν ἄρχοντα τῆς Παλαιστίνης. Ἐρωτηθεῖσα λοιπὸν ἀπὸ αὐτὸν καὶ ὁμολογήσασα τὴν τοῦ Χριστοῦ πίστιν, ἐδάρθη εἰς πολλὴν ὥραν ἐπάνω εἰς τὰ πλευρὰ καὶ εἰς τὰ βυζία. Ἔπειτα ἐρρίφθη εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ οὕτω παρέδωκε τὴν ψυχήν της εἰς χεῖρας Θεοῦ, καὶ ἔλαβε τοῦ μαρτυρίου τὸν στέφανον.
(1) Ἐν δὲ τοῖς χειρογράφοις Συναξαρισταῖς γράφεται Θεοδοσίας, καὶ εἰ τοῦτο ἀληθές ἐστι, φαίνεται ὅτι ἡ Θεοδοσία αὕτη εἶναι ἡ αὐτὴ μὲ τὴν Θεοδοσίαν, τὴν ἑορταζομένην κατὰ τὴν εἰκοστὴν ἐνάτην τοῦ Μαΐου. Καθότι καὶ ἐκείνη καὶ αὕτη Τυρία ἦτον, καὶ δεκαοκτὼ χρόνων οὖσα ἐκείνη καὶ αὕτη, παρέστη Οὐρβανῷ τῷ ἄρχοντι.
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πολύκαρπος ξίφει τελειοῦται.
Ὡς κλῆμα τμηθεὶς Πολύκαρπος Κυρίου,
Τὸν καρπὸν οὕτω πλείονα Χριστῷ φέρει.
*
Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος, ὁ ἐν τῷ κόλπῳ τῆς Νικομηδείας ἀσκήσας, ἐν ἔτει ͵ασμ΄ [1240], ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται (2).
Ἔφιππος ἅλα Γρηγόριε καθάπερ,
Χέρσον διῆλθες, ὢ τεραστίου ξένου!
(2) Ὅρα τὸν Βίον αὐτοῦ ἐν τῷ Νέῳ Ἐκλογίῳ, τὸν ὁποῖον συνέγραψε μὲν ἑλληνιστὶ ὁ Ὅσιος Ἰωσήφ ὁ Καλοθέτης, μετέφρασε δὲ ἡ ἐμὴ ἀναξιότης.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *