Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου1 Απριλίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Μην Απρίλλιος (1) έχων ημέρας λ’.
Η ημέρα έχει ώρας ιγ’, και η νυξ ώρας ια’.
Εις την Α’, μνήμη της Οσίας Μητρός ημών Μαρίας της Αιγυπτίας.
Απήρε πνεύμα, σαρξ απερρύη πάλαι,
Τον όστινον γη κρύπτε νεκρόν Μαρίας.
Πρώτη Απριλλίου Μαρίη θάνεν εύχος ερήμου.
Αύτη η Οσία ήτον από την Αίγυπτον, ήτοι το νυν λεγόμενον Μισήρι, κατά τους χρόνους του μεγάλου Ιουστινιανού, εν έτει φκ’ [520], ζήσασα δε πρότερον με ακολασίαν, και προσκαλούσα εις όλεθρον ψυχικόν πολλούς ανθρώπους δια της αισχράς ηδονής. Παιδιόθεν γαρ εκρημνίσθη εις τας πονηράς πράξεις της σαρκός και έμεινεν εις αυτάς. Ούτω λέγω ζήσασα πρότερον χρόνους δεκαεπτά, ύστερον έδωκε τον εαυτόν της η μακαρία εις άσκησιν και αρετήν. Και τόσον πολλά υψώθη δια μέσου της απαθείας, ώστε οπού επεριπάτει επάνω εις τα νερά και τους ποταμούς, χωρίς να καταβυθίζεται. Και όταν επροσηύχετο, εσηκόνετο από την γην υψηλά, και εστέκετο εις τον αέρα μετέωρος. Η δε αιτία της μεταβολής αυτής και μετανοίας εστάθη τοιαύτη. Κατά την δεκάτην τετάρτην του Σεπτεμβρίου μηνός, όταν εν Ιερουσαλήμ εγίνετο η ύψωσις του τιμίου ξύλου του ζωοποιού Σταυρού, πολλοί Χριστιανοί εσύντρεχον από κάθε μέρος, και επήγαιναν εις τα Ιεροσόλυμα, δια να ιδούν το τίμιον ξύλον του Σταυρού. Τότε και η Οσία αύτη επήγεν εκεί, ομού με ακολάστους και ασελγείς νέους. Πηγαίνουσα δε εκεί και ζητούσα να έμβη εις τον Ναόν της Αγίας Αναστάσεως, δια να ιδή τον ζωοποιόν Σταυρόν, εμποδίζετο αοράτως, και δεν εδύνετο μήτε να έμβη, μήτε να ιδή. Όθεν έβαλε την κυρίαν Θεοτόκον εγγυήτριαν, ότι εάν αφεθή να έμβη και να ιδή τον Σταυρόν του Κυρίου, να φυλάξη σωφροσύνην εις το εξής, και άλλην φοράν να μη μολύνη το σώμα της με επιθυμίας και ηδονάς. Όθεν επιτυχούσα του ποθουμένου, δεν εψεύσθη εις την υπόσχεσιν οπού έκαμεν, αλλά περάσασα τον Ιορδάνην ποταμόν, επήγεν εις την έρημον, και εκεί έζησεν η τρισολβία χρόνους τεσσαρακονταεπτά, χωρίς να ιδή άνθρωπον, μόνον δε τον Θεόν είχε θεατήν της. Και τόσον ηγωνίσθη, ώστε οπού ανέβη μεν, επάνω από την ανθρωπίνην φύσιν, απόκτησε δε μίαν ζωήν επί γης, αγγελικήν τε και υπέρ άνθρωπον, και ούτως εν ειρήνη απήλθε προς Κύριον. (Τον κατά πλάτος Βίον αυτής συνέγραψε μεν ελληνιστί ο Ιεροσολύμων Σωφρόνιος, ου η αρχή· «Μυστήριον Βασιλέως κρύπτειν, καλόν, τα δε έργα του Θεού ανακηρύττειν, ένδοξον». Μετέφρασε δε εις το απλούν, ο πεζογράφος Δαμασκηνός.)
(1) Απρίλλιος δεν είναι όνομα ελληνικόν, αλλά λατινικόν ή ιταλικόν, και θέλει να ειπή ανοικτός, ετυμολογούμενον από το απερίρε λατινικόν, ή απρίρε ιταλικόν, ο δηλοί ανοίγω. Καθότι εν τω Απριλλίω μηνί ανοίγουν όλα τα δένδρα, και κάμνουν άνθη, και εις αυτόν γίνεται η γλυκυτάτη άνοιξις.
*
Τη αυτή ημέρα μνήμη του Οσίου Πατρός ημών και Ομολογητού Μακαρίου, Ηγουμένου Μονής της καλουμένης Πελεκητής.
Ο Μακάριος μακαριστός εν βίω,
Μακαρίως νυν γη ενοικεί μακάρων.
Ούτος ο εν Αγίοις Πατήρ ημών Μακάριος ήτον από την Κωνσταντινούπολιν, εν έτει ψπε’ [785], όταν δε ήτον νήπιον, έμεινεν ορφανός, δια τούτο ανετράφη από τον γνήσιον θείον του, και εδόθη εις παιδείαν ιερών γραμμάτων. Όθεν επειδή έτυχε δεξιάς φύσεως, και έδειξε μεγάλην επιμέλειαν, τούτου χάριν εις ολίγον καιρόν έμαθε την γνώσιν της Αγίας Γραφής, και εγνώρισε, τόσον την των γηΐνων πραγμάτων ευτέλειαν και ογλίγωρον τούτων φθοράν, όσον και των Ουρανίων την αφθαρσίαν και αϊδιότητα. Δια τούτο ευγαίνωντας από την Κωνσταντινούπολιν, επήγεν εις ένα Μοναστήριον ονομαζόμενον Πελεκητή (2). Συναριθμήσας λοιπόν τον εαυτόν του με τους εκεί Μοναχούς, από Χριστοφόρος μετωνομάσθη ύστερον Μακάριος, δια του θείου και αγγελικού σχήματος. Όθεν αφ’ ου υπηρέτησεν εις όλας τας διακονίας του Μοναστηρίου, και εκατώρθωσε τας αρετάς, μάλιστα δε και εξαιρέτως αφ’ ου απόκτησε πολλήν ταπείνωσιν, τότε έγινεν Ηγούμενος των αδελφών, και θαυματουργός εξαίσιος. Δια μέσου γαρ αυτού ιάτρευεν ο Θεός πάθη ανίατα, και δια προσευχής του, εν καιρώ αβροχίας βροχήν εξ ουρανού έδωκεν.
Επειδή λοιπόν εις τους καιρούς εκείνους έγινε μέγας και εξάκουστος, δια τούτο έτρεχεν εις αυτόν πολύ πλήθος Χριστιανών. Άλλοι μεν, δια να καθαρισθούν από τα ψυχικά πάθη με την διδασκαλίαν του, άλλοι δε, δια να απολαύσουν την ιατρείαν των σωματικών τους ασθενειών, και άλλοι, δια να λάβουν την υγείαν της ψυχής ομού και του σώματος, και να γυρίσουν υγιείς εις τον οίκον τους. Ταύτην την φήμην του Αγίου ακούσας και ο τότε αγιώτατος Πατριάρχης Ταράσιος, έστειλε και τον εκάλεσε δια να ιατρεύση τον Παύλον Πατρίκιον, ο οποίος εκρατήθη από μίαν ασθένειαν θανατηφόρον, ήτις δεν είχεν ελπίδα ιατρείας, όθεν εθεραπεύθη από αυτήν υπό του Αγίου. Ύστερον δε και η σύζυγός του κρατηθείσα από την ομοίαν ασθένειαν, και απελπισθείσα από τους ιατρούς, ιατρεύθη και αυτή υπό του αυτού Οσίου. Τούτον λοιπόν όταν αντάμωσεν ο Πατριάρχης Ταράσιος, εχειροτόνησεν Ιερέα, έδειξε γαρ ο αοίδιμος υπακοήν εις το θέλημα του Πατριάρχου. Επειδή, εμίσα μεν την παρακοήν, ηγάπα δε την υπακοήν, η οποία φέρει τον άνθρωπον εις την ζωήν. Γυρίζωντας δε ο Όσιος εις το Μοναστήριόν του Ιερεύς, περισσοτέραν ταπείνωσιν εμεταχειρίζετο από το πρότερον.
Μετά ταύτα εσήκωσεν εις την Κωνσταντινούπολιν ο σκανδαλοποιός Διάβολος βασιλέα τύραννον εν έτει ωιγ’ [813], όστις κατέκαιε τας αγίας εικόνας, ούτος δε ήτον Λέων ο Αρμένιος, ο οποίος εξώρισε τον αγιώτατον Πατριάρχην Νικηφόρον. Ομοίως και από τους Επισκόπους, και Αρχιμανδρίτας, άλλους μεν, άσπλαγχνα έδερνεν, άλλους δε, εξώριζε, και άλλους έβανεν εις φυλακάς. Τότε λοιπόν και ο θαυμάσιος ούτος Μακάριος, εβασανίσθη από τον τύραννον με διαφόρους τιμωρίας, και εβάλθη εις φυλακήν, και εκεί έμεινεν ο αοίδιμος, έως οπού εφονεύθη ο αλιτήριος Λέων. Αφ’ ου δε μετά τον Λέοντα έγινε βασιλεύς Μιχαήλ ο Τραυλός εν έτει ωκ’ [820], τότε εύγαλε τον Άγιον από την φυλακήν. Με το να ήτον όμως και αυτός εικονομάχος, δια τούτο, πρώτον μεν, εκολάκευσε τον Άγιον, παραινώντας αυτόν να αρνηθή την των αγίων εικόνων προσκύνησιν, τόσον αυτός ο ίδιος, όσον και με άλλων μεσιτείας, ύστερον δε και εφοβέρισεν αυτόν. Βλέπωντας δε πως δεν εκατώρθονε τίποτε, εξώρισε τον Όσιον εις την μικράν νήσον την καλουμένην Αφουσίαν, η οποία, είναι μεν κοντά εις την Άλωνα, την τουρκιστί λεγομένην Πασά λιμάνι, υπόκειται δε εις τον Αρχιεπίσκοπον Προικονήσου, και εκεί εφύλαττεν αυτόν ασφαλώς. Ο δε Άγιος υπέμεινεν ανδρείως όλας τας κακοπαθείας της εξορίας, και ευχαρίστει εις τον Θεόν. Διαπεράσας λοιπόν εις την εξορίαν πολύν καιρόν, και πολλά αγωνισάμενος, και θαύματα πολλά ποιήσας, απήλθε προς Κύριον.
(2) Το Μοναστήριον της Πελεκητής ευρίσκεται κοντά εις την Προύσαν κατοικημένον από μερικούς αδελφούς
*
Οι Άγιοι Μάρτυρες Γερόντιος και Βασιλείδης ξίφει τελειούνται.
Συν Βασιλείδη Γερόντιος εκ ξίφους,
Γερών μετέσχε παμβασιλέως Λόγου.
*
Ο δίκαιος Άχαζ εν ειρήνη τελειούται.
Άχαζ Θεού πέφυκεν εστώς πλησίον,
Άχαζ ος είπεν· ου Θεόν μου πειράσω.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Μὴν Ἀπρίλλιος (1) ἔχων ἡμέρας λ΄.
Ἡ ἡμέρα ἔχει ὥρας ιγ΄, καὶ ἡ νὺξ ὥρας ια΄.
Εἰς τὴν Α΄, μνήμη τῆς Ὁσίας Μητρὸς ἡμῶν Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας.
Ἀπῆρε πνεῦμα, σὰρξ ἀπερρύη πάλαι,
Τὸν ὄστινον γῆ κρύπτε νεκρὸν Μαρίας.
Πρώτῃ Ἀπριλλίου Μαρίη θάνεν εὖχος ἐρήμου.
Αὕτη ἡ Ὁσία ἦτον ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον, ἤτοι τὸ νῦν λεγόμενον Μισῆρι, κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ μεγάλου Ἰουστινιανοῦ, ἐν ἔτει φκ΄ [520], ζήσασα δὲ πρότερον μὲ ἀκολασίαν, καὶ προσκαλοῦσα εἰς ὄλεθρον ψυχικὸν πολλοὺς ἀνθρώπους διὰ τῆς αἰσχρᾶς ἡδονῆς. Παιδιόθεν γὰρ ἐκρημνίσθη εἰς τὰς πονηρὰς πράξεις τῆς σαρκὸς καὶ ἔμεινεν εἰς αὐτάς. Οὕτω λέγω ζήσασα πρότερον χρόνους δεκαεπτά, ὕστερον ἔδωκε τὸν ἑαυτόν της ἡ μακαρία εἰς ἄσκησιν καὶ ἀρετήν. Καὶ τόσον πολλὰ ὑψώθη διὰ μέσου τῆς ἀπαθείας, ὥστε ὁποῦ ἐπεριπάτει ἐπάνω εἰς τὰ νερὰ καὶ τοὺς ποταμούς, χωρὶς νὰ καταβυθίζεται. Καὶ ὅταν ἐπροσηύχετο, ἐσηκόνετο ἀπὸ τὴν γῆν ὑψηλά, καὶ ἐστέκετο εἰς τὸν ἀέρα μετέωρος. Ἡ δὲ αἰτία τῆς μεταβολῆς αὐτῆς καὶ μετανοίας ἐστάθη τοιαύτη. Κατὰ τὴν δεκάτην τετάρτην τοῦ Σεπτεμβρίου μηνός, ὅταν ἐν Ἱερουσαλὴμ ἐγίνετο ἡ ὕψωσις τοῦ τιμίου ξύλου τοῦ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, πολλοὶ Χριστιανοὶ ἐσύντρεχον ἀπὸ κάθε μέρος, καὶ ἐπήγαιναν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, διὰ νὰ ἰδοῦν τὸ τίμιον ξύλον τοῦ Σταυροῦ. Τότε καὶ ἡ Ὁσία αὕτη ἐπῆγεν ἐκεῖ, ὁμοῦ μὲ ἀκολάστους καὶ ἀσελγεῖς νέους. Πηγαίνουσα δὲ ἐκεῖ καὶ ζητοῦσα νὰ ἔμβῃ εἰς τὸν Ναὸν τῆς Ἁγίας Ἀναστάσεως, διὰ νὰ ἰδῇ τὸν ζωοποιὸν Σταυρόν, ἐμποδίζετο ἀοράτως, καὶ δὲν ἐδύνετο μήτε νὰ ἔμβῃ, μήτε νὰ ἰδῇ. Ὅθεν ἔβαλε τὴν κυρίαν Θεοτόκον ἐγγυήτριαν, ὅτι ἐὰν ἀφεθῇ νὰ ἔμβῃ καὶ νὰ ἰδῇ τὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου, νὰ φυλάξῃ σωφροσύνην εἰς τὸ ἑξῆς, καὶ ἄλλην φορὰν νὰ μὴ μολύνῃ τὸ σῶμά της μὲ ἐπιθυμίας καὶ ἡδονάς. Ὅθεν ἐπιτυχοῦσα τοῦ ποθουμένου, δὲν ἐψεύσθη εἰς τὴν ὑπόσχεσιν ὁποῦ ἔκαμεν, ἀλλὰ περάσασα τὸν Ἰορδάνην ποταμόν, ἐπῆγεν εἰς τὴν ἔρημον, καὶ ἐκεῖ ἔζησεν ἡ τρισολβία χρόνους τεσσαρακονταεπτά, χωρὶς νὰ ἰδῇ ἄνθρωπον, μόνον δὲ τὸν Θεὸν εἶχε θεατήν της. Καὶ τόσον ἠγωνίσθη, ὥστε ὁποῦ ἀνέβη μέν, ἐπάνω ἀπὸ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν, ἀπόκτησε δὲ μίαν ζωὴν ἐπὶ γῆς, ἀγγελικήν τε καὶ ὑπὲρ ἄνθρωπον, καὶ οὕτως ἐν εἰρήνῃ ἀπῆλθε πρὸς Κύριον. (Τὸν κατὰ πλάτος Βίον αὐτῆς συνέγραψε μὲν ἑλληνιστὶ ὁ Ἱεροσολύμων Σωφρόνιος, οὗ ἡ ἀρχή· «Μυστήριον Βασιλέως κρύπτειν, καλόν, τὰ δὲ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἀνακηρύττειν, ἔνδοξον». Μετέφρασε δὲ εἰς τὸ ἁπλοῦν, ὁ πεζογράφος Δαμασκηνός.)
(1) Ἀπρίλλιος δὲν εἶναι ὄνομα ἑλληνικόν, ἀλλὰ λατινικὸν ἢ ἰταλικόν, καὶ θέλει νὰ εἰπῇ ἀνοικτός, ἐτυμολογούμενον ἀπὸ τὸ ἀπερίρε λατινικόν, ἢ ἀπρίρε ἰταλικόν, ὃ δηλοῖ ἀνοίγω. Καθότι ἐν τῷ Ἀπριλλίῳ μηνὶ ἀνοίγουν ὅλα τὰ δένδρα, καὶ κάμνουν ἄνθη, καὶ εἰς αὐτὸν γίνεται ἡ γλυκυτάτη ἄνοιξις.
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν καὶ Ὁμολογητοῦ Μακαρίου, Ἡγουμένου Μονῆς τῆς καλουμένης Πελεκητῆς.
Ὁ Μακάριος μακαριστὸς ἐν βίῳ,
Μακαρίως νῦν γῇ ἐνοικεῖ μακάρων.
Οὗτος ὁ ἐν Ἁγίοις Πατὴρ ἡμῶν Μακάριος ἦτον ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν, ἐν ἔτει ψπε΄ [785], ὅταν δὲ ἦτον νήπιον, ἔμεινεν ὀρφανός, διὰ τοῦτο ἀνετράφη ἀπὸ τὸν γνήσιον θεῖόν του, καὶ ἐδόθη εἰς παιδείαν ἱερῶν γραμμάτων. Ὅθεν ἐπειδὴ ἔτυχε δεξιᾶς φύσεως, καὶ ἔδειξε μεγάλην ἐπιμέλειαν, τούτου χάριν εἰς ὀλίγον καιρὸν ἔμαθε τὴν γνῶσιν τῆς Ἁγίας Γραφῆς, καὶ ἐγνώρισε, τόσον τὴν τῶν γηΐνων πραγμάτων εὐτέλειαν καὶ ὀγλίγωρον τούτων φθοράν, ὅσον καὶ τῶν Οὐρανίων τὴν ἀφθαρσίαν καὶ ἀϊδιότητα. Διὰ τοῦτο εὐγαίνωντας ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν, ἐπῆγεν εἰς ἕνα Μοναστήριον ὀνομαζόμενον Πελεκητή (2). Συναριθμήσας λοιπὸν τὸν ἑαυτόν του μὲ τοὺς ἐκεῖ Μοναχούς, ἀπὸ Χριστοφόρος μετωνομάσθη ὕστερον Μακάριος, διὰ τοῦ θείου καὶ ἀγγελικοῦ σχήματος. Ὅθεν ἀφ’ οὗ ὑπηρέτησεν εἰς ὅλας τὰς διακονίας τοῦ Μοναστηρίου, καὶ ἐκατώρθωσε τὰς ἀρετάς, μάλιστα δὲ καὶ ἐξαιρέτως ἀφ’ οὗ ἀπόκτησε πολλὴν ταπείνωσιν, τότε ἔγινεν Ἡγούμενος τῶν ἀδελφῶν, καὶ θαυματουργὸς ἐξαίσιος. Διὰ μέσου γὰρ αὐτοῦ ἰάτρευεν ὁ Θεὸς πάθη ἀνίατα, καὶ διὰ προσευχῆς του, ἐν καιρῷ ἀβροχίας βροχὴν ἐξ οὐρανοῦ ἔδωκεν.
Ἐπειδὴ λοιπὸν εἰς τοὺς καιροὺς ἐκείνους ἔγινε μέγας καὶ ἐξάκουστος, διὰ τοῦτο ἔτρεχεν εἰς αὐτὸν πολὺ πλῆθος Χριστιανῶν. Ἄλλοι μέν, διὰ νὰ καθαρισθοῦν ἀπὸ τὰ ψυχικὰ πάθη μὲ τὴν διδασκαλίαν του, ἄλλοι δέ, διὰ νὰ ἀπολαύσουν τὴν ἰατρείαν τῶν σωματικῶν τους ἀσθενειῶν, καὶ ἄλλοι, διὰ νὰ λάβουν τὴν ὑγείαν τῆς ψυχῆς ὁμοῦ καὶ τοῦ σώματος, καὶ νὰ γυρίσουν ὑγιεῖς εἰς τὸν οἶκόν τους. Ταύτην τὴν φήμην τοῦ Ἁγίου ἀκούσας καὶ ὁ τότε ἁγιώτατος Πατριάρχης Ταράσιος, ἔστειλε καὶ τὸν ἐκάλεσε διὰ νὰ ἰατρεύσῃ τὸν Παῦλον Πατρίκιον, ὁ ὁποῖος ἐκρατήθη ἀπὸ μίαν ἀσθένειαν θανατηφόρον, ἥτις δὲν εἶχεν ἐλπίδα ἰατρείας, ὅθεν ἐθεραπεύθη ἀπὸ αὐτὴν ὑπὸ τοῦ Ἁγίου. Ὕστερον δὲ καὶ ἡ σύζυγός του κρατηθεῖσα ἀπὸ τὴν ὁμοίαν ἀσθένειαν, καὶ ἀπελπισθεῖσα ἀπὸ τοὺς ἰατρούς, ἰατρεύθη καὶ αὐτὴ ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ Ὁσίου. Τοῦτον λοιπὸν ὅταν ἀντάμωσεν ὁ Πατριάρχης Ταράσιος, ἐχειροτόνησεν Ἱερέα, ἔδειξε γὰρ ὁ ἀοίδιμος ὑπακοὴν εἰς τὸ θέλημα τοῦ Πατριάρχου. Ἐπειδή, ἐμίσα μὲν τὴν παρακοήν, ἠγάπα δὲ τὴν ὑπακοήν, ἡ ὁποία φέρει τὸν ἄνθρωπον εἰς τὴν ζωήν. Γυρίζωντας δὲ ὁ Ὅσιος εἰς τὸ Μοναστήριόν του Ἱερεύς, περισσοτέραν ταπείνωσιν ἐμεταχειρίζετο ἀπὸ τὸ πρότερον.
Μετὰ ταῦτα ἐσήκωσεν εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν ὁ σκανδαλοποιὸς Διάβολος βασιλέα τύραννον ἐν ἔτει ωιγ΄ [813], ὅστις κατέκαιε τὰς ἁγίας εἰκόνας, οὗτος δὲ ἦτον Λέων ὁ Ἁρμένιος, ὁ ὁποῖος ἐξώρισε τὸν ἁγιώτατον Πατριάρχην Νικηφόρον. Ὁμοίως καὶ ἀπὸ τοὺς Ἐπισκόπους, καὶ Ἀρχιμανδρίτας, ἄλλους μέν, ἄσπλαγχνα ἔδερνεν, ἄλλους δέ, ἐξώριζε, καὶ ἄλλους ἔβανεν εἰς φυλακάς. Τότε λοιπὸν καὶ ὁ θαυμάσιος οὗτος Μακάριος, ἐβασανίσθη ἀπὸ τὸν τύραννον μὲ διαφόρους τιμωρίας, καὶ ἐβάλθη εἰς φυλακήν, καὶ ἐκεῖ ἔμεινεν ὁ ἀοίδιμος, ἕως ὁποῦ ἐφονεύθη ὁ ἀλιτήριος Λέων. Ἀφ’ οὗ δὲ μετὰ τὸν Λέοντα ἔγινε βασιλεὺς Μιχαὴλ ὁ Τραυλὸς ἐν ἔτει ωκ΄ [820], τότε εὔγαλε τὸν Ἅγιον ἀπὸ τὴν φυλακήν. Μὲ τὸ νὰ ἦτον ὅμως καὶ αὐτὸς εἰκονομάχος, διὰ τοῦτο, πρῶτον μέν, ἐκολάκευσε τὸν Ἅγιον, παραινῶντας αὐτὸν νὰ ἀρνηθῇ τὴν τῶν ἁγίων εἰκόνων προσκύνησιν, τόσον αὐτὸς ὁ ἴδιος, ὅσον καὶ μὲ ἄλλων μεσιτείας, ὕστερον δὲ καὶ ἐφοβέρισεν αὐτόν. Βλέπωντας δὲ πῶς δὲν ἐκατώρθονε τίποτε, ἐξώρισε τὸν Ὅσιον εἰς τὴν μικρὰν νῆσον τὴν καλουμένην Ἀφουσίαν, ἡ ὁποία, εἶναι μὲν κοντὰ εἰς τὴν Ἄλωνα, τὴν τουρκιστὶ λεγομένην Πασᾶ λιμάνι, ὑπόκειται δὲ εἰς τὸν Ἀρχιεπίσκοπον Προικονήσου, καὶ ἐκεῖ ἐφύλαττεν αὐτὸν ἀσφαλῶς. Ὁ δὲ Ἅγιος ὑπέμεινεν ἀνδρείως ὅλας τὰς κακοπαθείας τῆς ἐξορίας, καὶ εὐχαρίστει εἰς τὸν Θεόν. Διαπεράσας λοιπὸν εἰς τὴν ἐξορίαν πολὺν καιρόν, καὶ πολλὰ ἀγωνισάμενος, καὶ θαύματα πολλὰ ποιήσας, ἀπῆλθε πρὸς Κύριον.
(2) Τὸ Μοναστήριον τῆς Πελεκητῆς εὑρίσκεται κοντὰ εἰς τὴν Προῦσαν κατοικημένον ἀπὸ μερικοὺς ἀδελφούς.
*
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Γερόντιος καὶ Βασιλείδης ξίφει τελειοῦνται.
Σὺν Βασιλείδῃ Γερόντιος ἐκ ξίφους,
Γερῶν μετέσχε παμβασιλέως Λόγου.
*
Ὁ δίκαιος Ἄχαζ ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.
Ἄχαζ Θεοῦ πέφυκεν ἑστὼς πλησίον,
Ἄχαζ ὃς εἶπεν· οὐ Θεόν μου πειράσω.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *