Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου27 Φεβρουαρίου

Των Αγίων Προκοπίου του Δεκαπολίτου, Γελασίου του από μίμων, Θαλλελαίου, Στεφάνου, Νησίου κ.ά.

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Όσιος Προκόπιος ο ΔεκαπολίτηςΤω αυτώ μηνί ΚΖ’, μνήμη του Οσίου Πατρός ημών και Ομολογητού Προκοπίου του Δεκαπολίτου.

Ουδέν Δεκαπολίτα γης πάσαι πόλεις,
Προς την νοητήν ένθα περ τάττη πόλιν.

Εικάδι εβδομάτη Προκοπίω τέρμα φαάνθη.

Ούτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους Λέοντος του Ισαύρου και εικονομάχου εν έτει ψμ’ [740]. Και πρότερον μεν έγινε Μοναχός, και διαπεράσας κάθε άσκησιν με ακρίβειαν, εκαθάρισε τελείως τον εαυτόν του. Ύστερον δε ανδρείως ήλεγξε τους αιρετικούς εκείνους, οι οποίοι αθέτουν την σάρκωσιν του Θεού Λόγου, ως μη προσκυνούντες την του Χριστού ένσωμον Εικόνα, και εβεβαίωσε την αλήθειαν της Ορθοδοξίας, όχι μόνον με λόγους, αλλά και με πολλάς θλίψεις και κακοπαθείας. Όθεν εκ τούτου εφάνη μέγας Ομολογητής, και πολλά θαύματα ποιήσας, προς Κύριον εξεδήμησεν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

*

Τη αυτή ημέρα μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Γελασίου του από μίμων, ος το Άγιον Βάπτισμα κελευσθείς διαπαίξαι, βαπτίζεται αληθώς και ξίφει τελειούται.

Φώτισμα μέλλων εκγελάν γελάς πλάνην,
Πλυθείς δε Γελάσιε τέμνη την κάραν.

*

Ο Όσιος Πατήρ ημών Θαλλέλαιος, εν ειρήνη τελειούται (1).

Ο Θαλλέλαιος φαιδρός ήκει προς πόλον,
Θαλλοίς ελαιών αρεταίς εστεμμένος.

Ούτος εκατάγετο από την Κιλικίαν, αγαπήσας δε την ασκητικήν ζωήν, επήγεν εις την πόλιν των Γαβάλων, η οποία τώρα ονομάζεται Γιβέλ, ευρισκομένη εν τη Συρία, και απέχουσα της Λαοδικείας μίλια δεκαοκτώ προς νότον. Μακράν λοιπόν από την πόλιν αυτήν έως είκοσι στάδια, ήτοι έως δύω ήμισυ μίλια, ευρήκεν ο Όσιος ούτος ένα τόπον υψηλόν, εις τον οποίον ήτον ένας ναός αφιερωμένος εις τους δαίμονας, και τιμώμενος με πολλάς θυσίας από τους ειδωλολάτρας, και εκεί έκτισε μίαν μικράν καλύβην. Βλέποντες δε οι δαίμονες, πως επήγεν εκεί ο του Θεού άνθρωπος Θαλλέλαιος, επιχειρίζοντο μεν να θανατώσουν αυτόν, δεν εδύνοντο δε. Ένα μεν, διατί η προς τον Θεόν αδίστακτος πίστις του Οσίου, εφύλαττεν αυτόν, και άλλο δε, διατί η του Θεού χάρις τον εβοήθει. Μη δυνάμενοι λοιπόν οι δαίμονες να βλάψουν τον Όσιον, εγέμωσαν από θυμόν, και εκινήθησαν εναντίον των εκεί πεφυτευμένων δένδρων, τόσον, οπού αιφνιδίως εξερρίζωσαν περισσότερα από πεντακόσια δένδρα.

Επειδή δε και με αυτό δεν εδυνήθησαν να φοβήσουν τον του Χριστού αγωνιστήν, εφεύρηκαν οι αλιτήριοι άλλας μηχανάς. Διότι συναχθέντες την νύκτα, εμεταχειρίζοντο θρήνους και ολολυγμούς. Έπειτα δείχνοντες λαμπάδας αναμμένας, εσπούδαζον να βάλουν φόβον εις την καρδίαν του Οσίου. Επειδή δε όλας τας μηχανάς των ο Όσιος κατεφρόνησε, τούτου χάριν αφήσαντες αυτόν οι δαίμονες, ανεχώρησαν. Ο δε Όσιος κατασκευάσας δύω τροχούς, από τους οποίους ο κάθε ένας ήτον μεγάλος δύω πήχεις, εσυνάρμοσε και τους δύω με σανίδια, όχι πυκνά, αλλά αραιά. Έπειτα καθίσας εις το μέσον των τροχών, εκάρφωσε με καρφία τα αραιά εκείνα σανίδια, και εκρέμασε τον διπλόν εκείνον τροχόν εις τόπον ασκέπαστον, και έτζι καθήμενος μέσα εις αυτόν, μάλλον δε κρεμάμενος, διεπέρασε χρόνους δέκα. Επειδή δε είχε σώμα μεγάλον, δια τούτο, όταν εκάθητο, δεν εδύνετο να σηκώση επάνω τον λαιμόν του, αλλά σκυπτός εκάθητο πάντοτε, και είχε το πρόσωπον ακουμβισμένον εις τα γόνατά του.

Προς τούτον τον Όσιον επήγε μίαν φοράν ο Κύρου Θεοδώρητος, ο οποίος γράφει και τον Βίον του εν αριθμώ εικοστώ ογδόω της Φιλοθέου Ιστορίας, και ηρώτησεν αυτόν, δια ποίαν αιτίαν εμεταχειρίζετο τον καινούργιον εκείνον τρόπον της ασκήσεως; Ο δε Όσιος απεκρίθη, εγώ επειδή και είμαι υποκείμενος εις πολλάς αμαρτίας, και πιστεύων, ότι είναι αληθιναί αι τιμωρίαι εκείναι, οπού φοβερίζει ο Θεός κατά των αμαρτωλών, δια τούτο εφεύρηκα τον καινούργιον τούτον τρόπον της ζωής, μηχανευόμενος εις το σώμα μου κάποιας μετρίας τιμωρίας εις την παρούσαν ζωήν, ίνα ελαφρώσω το βάρος των ελπιζομένων εκείνων τιμωριών της μελλούσης κολάσεως. Χειρότεραι δε είναι αι τιμωρίαι εκείναι, όχι μόνον κατά την ποσότητα, αλλά και κατά την ποιότητα, διατί είναι στανικαί και ακούσιαι. Κάθε δε πράγμα, οπού είναι στανικόν και χωρίς την γνώμην του ανθρώπου, αυτό είναι πολλά λυπηρόν. Εκ του εναντίου δε, εκείνο οπού είναι θεληματικόν και εκούσιον, καν και κοπιαστικόν είναι και λυπηρόν, τούτο όμως είναι κατώτερον κακόν. Διατί ο κόπος εκείνου, είναι θεληματικός και όχι βίαιος και δυναστικός. Ανίσως λοιπόν με τας μικράς ταύτας θλίψεις ολιγοστεύσω τας μελλούσας μεγάλας τιμωρίας, βέβαια αποκτώ ένα μεγάλον κέρδος.

Ταύτα ακούσας ο Θεοδώρητος, εθαύμασε πολλά δια την αγχίνοιαν του Οσίου, διότι όχι μόνον ηγωνίζετο περισσότερον από τους διωρισμένους και συνήθεις αγώνας εις τους ασκητάς, και εφεύρισκεν από λόγου του άλλους αγώνας μεγαλιτέρους, αλλά προς τούτοις, ήξευρε και τας αιτίας τούτων και ταύτας εις τους άλλους εδίδασκεν. Έλεγον δε οι κατοικούντες τριγύρω, ότι πολλά θαύματα εποίησεν ο Όσιος ούτος δια της προσευχής του, όχι μόνον εις ανθρώπους, αλλά και εις ζώα, καθότι και άνθρωποι και ζώα έλαβον δια μέσου αυτού την ιατρείαν εις πολλά πάθη. Εκ τούτου δε του Οσίου παρακινούμενοι οι τον τόπον εκείνον κατοικούντες Έλληνες, αφήκαν την πατρικήν ασέβειαν, και το σκότος οπού είχον, και έλαβον το φως της θεογνωσίας και πίστεως. Τούτους δε μεταχειριζόμενος ο Όσιος υπουργούς και συνεργούς, εκρήμνισε τον εκεί ευρισκόμενον ναόν των δαιμόνων, και έκτισεν αυτόν Ναόν ιερόν εις όνομα των καλλινίκων Μαρτύρων. Με τοιούτον λοιπόν τρόπον αγωνισθείς ο μακάριος, προς Κύριον εξεδήμησε, δια να λάβη παρ’ αυτού τον στέφανον της ασκήσεως.

(1) Ουκ ορθώς δε ούτος γράφεται Ομολογητής παρά τω Μηναίω.

*

Ο Άγιος Στέφανος, ο συστησάμενος το γερωκομείον του Αρματίου, εν ειρήνη τελειούται.

Γήρει Στέφανος πρύτανις ζωής πόρου,
Όνπερ θανόντα πρύτανις στέφους στέφει.

*

Ο Άγιος Μάρτυς Νήσιος, βουνεύροις τυπτόμενος, τελειούται.

Νεύροις βοείοις Νήσιος πάσχων φέρει,
Νευρούμενος γαρ των πόνων λήθην έχει.

*

Οι Όσιοι Πατέρες ημών Ασκληπιός και Ιάκωβος, εν ειρήνη τελειούνται.

Πάσαν δικαίως γην κρίνοντι Δεσπότη,
Άνδρες δίκαιοι συμπαρέστησαν δύω (2).

(2) Τούτων των δύο Οσίων τους Βίους συντόμως αναφέρει ο Θεοδώρητος εν αριθμώ εικοστώ πέμπτω της Φιλοθέου Ιστορίας, λέγων, ότι ο μεν Ασκληπιός ζήσας πρότερον με πολλούς, και μηδέν βλαβείς εκ της επιμιξίας, ύστερον εμεταχειρίσθη την ασκητικήν και ερημικήν πολιτείαν. Όθεν και διπλών ηξιώθη των στεφάνων. Ο δε θείος Ιάκωβος κεκλεισμένος ων μέσα εις ένα μικρόν κελλάκι, κοντά εις ένα χωρίον Νιμουζάν καλούμενον, δεν άναπτε φωτίαν, δεν είχε φως λύχνου, δεν εβλέπετο από ανθρώπους, αλλά απεκρίνετο δια μέσου ενός τόπου πλαγίως εσκαμμένου, και αγκαλά ήτον περισσότερον από εννενήντα χρόνων γέρωντας, δεν ευγήκεν όμως από το κελλάκι εκείνο. Ήτον δε ούτοι κατά τους χρόνους του Θεοδωρήτου.

*

Ο Όσιος Τιμόθεος ο εν Καισαρεία, εν ειρήνη τελειούται.

Τον Τιμόθεον ως Θεού τιμώ φίλον,
Ου και τελευτή σφόδρα μοι τιμητέα.

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Όσιος Προκόπιος ο ΔεκαπολίτηςΤῷ αὐτῷ μηνὶ ΚΖ΄, μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν καὶ Ὁμολογητοῦ Προκοπίου τοῦ Δεκαπολίτου.

Οὐδὲν Δεκαπολῖτα γῆς πᾶσαι πόλεις,
Πρὸς τὴν νοητὴν ἔνθα περ τάττῃ πόλιν.

Εἰκάδι ἑβδομάτῃ Προκοπίῳ τέρμα φαάνθη.

Οὗτος ὁ Ἅγιος ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου καὶ εἰκονομάχου ἐν ἔτει ψμ΄ [740]. Καὶ πρότερον μὲν ἔγινε Μοναχός, καὶ διαπεράσας κάθε ἄσκησιν μὲ ἀκρίβειαν, ἐκαθάρισε τελείως τὸν ἑαυτόν του. Ὕστερον δὲ ἀνδρείως ἤλεγξε τοὺς αἱρετικοὺς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἀθέτουν τὴν σάρκωσιν τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὡς μὴ προσκυνοῦντες τὴν τοῦ Χριστοῦ ἔνσωμον Εἰκόνα, καὶ ἐβεβαίωσε τὴν ἀλήθειαν τῆς Ὀρθοδοξίας, ὄχι μόνον μὲ λόγους, ἀλλὰ καὶ μὲ πολλὰς θλίψεις καὶ κακοπαθείας. Ὅθεν ἐκ τούτου ἐφάνη μέγας Ὁμολογητής, καὶ πολλὰ θαύματα ποιήσας, πρὸς Κύριον ἐξεδήμησεν.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

*

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Γελασίου τοῦ ἀπὸ μίμων, ὃς τὸ Ἅγιον Βάπτισμα κελευσθεὶς διαπαῖξαι, βαπτίζεται ἀληθῶς καὶ ξίφει τελειοῦται.

Φώτισμα μέλλων ἐκγελᾶν γελᾷς πλάνην,
Πλυθεὶς δὲ Γελάσιε τέμνῃ τὴν κάραν.

*

Ὁ Ὅσιος Πατὴρ ἡμῶν Θαλλέλαιος, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται (1).

Ὁ Θαλλέλαιος φαιδρὸς ἥκει πρὸς πόλον,
Θαλλοῖς ἐλαιῶν ἀρεταῖς ἐστεμμένος.

Οὗτος ἐκατάγετο ἀπὸ τὴν Κιλικίαν, ἀγαπήσας δὲ τὴν ἀσκητικὴν ζωήν, ἐπῆγεν εἰς τὴν πόλιν τῶν Γαβάλων, ἡ ὁποία τώρα ὀνομάζεται Γιβέλ, εὑρισκομένη ἐν τῇ Συρίᾳ, καὶ ἀπέχουσα τῆς Λαοδικείας μίλια δεκαοκτὼ πρὸς νότον. Μακρὰν λοιπὸν ἀπὸ τὴν πόλιν αὐτὴν ἕως εἴκοσι στάδια, ἤτοι ἕως δύω ἥμισυ μίλια, εὑρῆκεν ὁ Ὅσιος οὗτος ἕνα τόπον ὑψηλόν, εἰς τὸν ὁποῖον ἦτον ἕνας ναὸς ἀφιερωμένος εἰς τοὺς δαίμονας, καὶ τιμώμενος μὲ πολλὰς θυσίας ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρας, καὶ ἐκεῖ ἔκτισε μίαν μικρὰν καλύβην. Βλέποντες δὲ οἱ δαίμονες, πῶς ἐπῆγεν ἐκεῖ ὁ τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος Θαλλέλαιος, ἐπιχειρίζοντο μὲν νὰ θανατώσουν αὐτόν, δὲν ἐδύνοντο δέ. Ἕνα μέν, διατὶ ἡ πρὸς τὸν Θεὸν ἀδίστακτος πίστις τοῦ Ὁσίου, ἐφύλαττεν αὐτόν, καὶ ἄλλο δέ, διατὶ ἡ τοῦ Θεοῦ χάρις τὸν ἐβοήθει. Μὴ δυνάμενοι λοιπὸν οἱ δαίμονες νὰ βλάψουν τὸν Ὅσιον, ἐγέμωσαν ἀπὸ θυμόν, καὶ ἐκινήθησαν ἐναντίον τῶν ἐκεῖ πεφυτευμένων δένδρων, τόσον, ὁποῦ αἰφνιδίως ἐξερρίζωσαν περισσότερα ἀπὸ πεντακόσια δένδρα.

Ἐπειδὴ δὲ καὶ μὲ αὐτὸ δὲν ἐδυνήθησαν νὰ φοβήσουν τὸν τοῦ Χριστοῦ ἀγωνιστήν, ἐφεύρηκαν οἱ ἀλιτήριοι ἄλλας μηχανάς. Διότι συναχθέντες τὴν νύκτα, ἐμεταχειρίζοντο θρήνους καὶ ὀλολυγμούς. Ἔπειτα δείχνοντες λαμπάδας ἀναμμένας, ἐσπούδαζον νὰ βάλουν φόβον εἰς τὴν καρδίαν τοῦ Ὁσίου. Ἐπειδὴ δὲ ὅλας τὰς μηχανάς των ὁ Ὅσιος κατεφρόνησε, τούτου χάριν ἀφήσαντες αὐτὸν οἱ δαίμονες, ἀνεχώρησαν. Ὁ δὲ Ὅσιος κατασκευάσας δύω τροχούς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ὁ κάθε ἕνας ἦτον μεγάλος δύω πήχεις, ἐσυνάρμοσε καὶ τοὺς δύω μὲ σανίδια, ὄχι πυκνά, ἀλλὰ ἀραιά. Ἔπειτα καθίσας εἰς τὸ μέσον τῶν τροχῶν, ἐκάρφωσε μὲ καρφία τὰ ἀραιὰ ἐκεῖνα σανίδια, καὶ ἐκρέμασε τὸν διπλὸν ἐκεῖνον τροχὸν εἰς τόπον ἀσκέπαστον, καὶ ἔτζι καθήμενος μέσα εἰς αὐτόν, μᾶλλον δὲ κρεμάμενος, διεπέρασε χρόνους δέκα. Ἐπειδὴ δὲ εἶχε σῶμα μεγάλον, διὰ τοῦτο, ὅταν ἐκάθητο, δὲν ἐδύνετο νὰ σηκώσῃ ἐπάνω τὸν λαιμόν του, ἀλλὰ σκυπτὸς ἐκάθητο πάντοτε, καὶ εἶχε τὸ πρόσωπον ἀκουμβισμένον εἰς τὰ γόνατά του.

Πρὸς τοῦτον τὸν Ὅσιον ἐπῆγε μίαν φορὰν ὁ Κύρου Θεοδώρητος, ὁ ὁποῖος γράφει καὶ τὸν Βίον του ἐν ἀριθμῷ εἰκοστῷ ὀγδόῳ τῆς Φιλοθέου Ἱστορίας, καὶ ἠρώτησεν αὐτόν, διὰ ποίαν αἰτίαν ἐμεταχειρίζετο τὸν καινούργιον ἐκεῖνον τρόπον τῆς ἀσκήσεως; Ὁ δὲ Ὅσιος ἀπεκρίθη, ἐγὼ ἐπειδὴ καὶ εἶμαι ὑποκείμενος εἰς πολλὰς ἁμαρτίας, καὶ πιστεύων, ὅτι εἶναι ἀληθιναὶ αἱ τιμωρίαι ἐκεῖναι, ὁποῦ φοβερίζει ὁ Θεὸς κατὰ τῶν ἁμαρτωλῶν, διὰ τοῦτο ἐφεύρηκα τὸν καινούργιον τοῦτον τρόπον τῆς ζωῆς, μηχανευόμενος εἰς τὸ σῶμά μου κᾄποιας μετρίας τιμωρίας εἰς τὴν παροῦσαν ζωήν, ἵνα ἐλαφρώσω τὸ βάρος τῶν ἐλπιζομένων ἐκείνων τιμωριῶν τῆς μελλούσης κολάσεως. Χειρότεραι δὲ εἶναι αἱ τιμωρίαι ἐκεῖναι, ὄχι μόνον κατὰ τὴν ποσότητα, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ποιότητα, διατὶ εἶναι στανικαὶ καὶ ἀκούσιαι. Κάθε δὲ πρᾶγμα, ὁποῦ εἶναι στανικὸν καὶ χωρὶς τὴν γνώμην τοῦ ἀνθρώπου, αὐτὸ εἶναι πολλὰ λυπηρόν. Ἐκ τοῦ ἐναντίου δέ, ἐκεῖνο ὁποῦ εἶναι θεληματικὸν καὶ ἑκούσιον, κᾂν καὶ κοπιαστικὸν εἶναι καὶ λυπηρόν, τοῦτο ὅμως εἶναι κατώτερον κακόν. Διατὶ ὁ κόπος ἐκείνου, εἶναι θεληματικὸς καὶ ὄχι βίαιος καὶ δυναστικός. Ἀνίσως λοιπὸν μὲ τὰς μικρὰς ταύτας θλίψεις ὀλιγοστεύσω τὰς μελλούσας μεγάλας τιμωρίας, βέβαια ἀποκτῶ ἕνα μεγάλον κέρδος.

Ταῦτα ἀκούσας ὁ Θεοδώρητος, ἐθαύμασε πολλὰ διὰ τὴν ἀγχίνοιαν τοῦ Ὁσίου, διότι ὄχι μόνον ἠγωνίζετο περισσότερον ἀπὸ τοὺς διωρισμένους καὶ συνήθεις ἀγῶνας εἰς τοὺς ἀσκητάς, καὶ ἐφεύρισκεν ἀπὸ λόγου του ἄλλους ἀγῶνας μεγαλιτέρους, ἀλλὰ πρὸς τούτοις, ἤξευρε καὶ τὰς αἰτίας τούτων καὶ ταύτας εἰς τοὺς ἄλλους ἐδίδασκεν. Ἔλεγον δὲ οἱ κατοικοῦντες τριγύρω, ὅτι πολλὰ θαύματα ἐποίησεν ὁ Ὅσιος οὗτος διὰ τῆς προσευχῆς του, ὄχι μόνον εἰς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ εἰς ζῶα, καθότι καὶ ἄνθρωποι καὶ ζῶα ἔλαβον διὰ μέσου αὐτοῦ τὴν ἰατρείαν εἰς πολλὰ πάθη. Ἐκ τούτου δὲ τοῦ Ὁσίου παρακινούμενοι οἱ τὸν τόπον ἐκεῖνον κατοικοῦντες Ἕλληνες, ἀφῆκαν τὴν πατρικὴν ἀσέβειαν, καὶ τὸ σκότος ὁποῦ εἶχον, καὶ ἔλαβον τὸ φῶς τῆς θεογνωσίας καὶ πίστεως. Τούτους δὲ μεταχειριζόμενος ὁ Ὅσιος ὑπουργοὺς καὶ συνεργούς, ἐκρήμνισε τὸν ἐκεῖ εὑρισκόμενον ναὸν τῶν δαιμόνων, καὶ ἔκτισεν αὐτὸν Ναὸν ἱερὸν εἰς ὄνομα τῶν καλλινίκων Μαρτύρων. Μὲ τοιοῦτον λοιπὸν τρόπον ἀγωνισθεὶς ὁ μακάριος, πρὸς Κύριον ἐξεδήμησε, διὰ νὰ λάβῃ παρ’ αὐτοῦ τὸν στέφανον τῆς ἀσκήσεως.

(1) Οὐκ ὀρθῶς δὲ οὗτος γράφεται Ὁμολογητὴς παρὰ τῷ Μηναίῳ.

*

Ὁ Ἅγιος Στέφανος, ὁ συστησάμενος τὸ γερωκομεῖον τοῦ Ἁρματίου, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Γήρει Στέφανος πρύτανις ζωῆς πόρου,
Ὅνπερ θανόντα πρύτανις στέφους στέφει.

*

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Νήσιος, βουνεύροις τυπτόμενος, τελειοῦται.

Νεύροις βοείοις Νήσιος πάσχων φέρει,
Νευρούμενος γὰρ τῶν πόνων λήθην ἔχει.

*

Οἱ Ὅσιοι Πατέρες ἡμῶν Ἀσκληπιὸς καὶ Ἰάκωβος, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦνται.

Πᾶσαν δικαίως γῆν κρίνοντι Δεσπότῃ,
Ἄνδρες δίκαιοι συμπαρέστησαν δύω (2).

(2) Τούτων τῶν δύο Ὁσίων τοὺς Βίους συντόμως ἀναφέρει ὁ Θεοδώρητος ἐν ἀριθμῷ εἰκοστῷ πέμπτῳ τῆς Φιλοθέου Ἱστορίας, λέγων, ὅτι ὁ μὲν Ἀσκληπιὸς ζήσας πρότερον μὲ πολλούς, καὶ μηδὲν βλαβεὶς ἐκ τῆς ἐπιμιξίας, ὕστερον ἐμεταχειρίσθη τὴν ἀσκητικὴν καὶ ἐρημικὴν πολιτείαν. Ὅθεν καὶ διπλῶν ἠξιώθη τῶν στεφάνων. Ὁ δὲ θεῖος Ἰάκωβος κεκλεισμένος ὢν μέσα εἰς ἕνα μικρὸν κελλάκι, κοντὰ εἰς ἕνα χωρίον Νιμουζὰν καλούμενον, δὲν ἄναπτε φωτίαν, δὲν εἶχε φῶς λύχνου, δὲν ἐβλέπετο ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλὰ ἀπεκρίνετο διὰ μέσου ἑνὸς τόπου πλαγίως ἐσκαμμένου, καὶ ἀγκαλὰ ἦτον περισσότερον ἀπὸ ἐννενῆντα χρόνων γέρωντας, δὲν εὐγῆκεν ὅμως ἀπὸ τὸ κελλάκι ἐκεῖνο. Ἦτον δὲ οὗτοι κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Θεοδωρήτου.

*

Ὁ Ὅσιος Τιμόθεος ὁ ἐν Καισαρείᾳ, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Τὸν Τιμόθεον ὡς Θεοῦ τιμῶ φίλον,
Οὗ καὶ τελευτὴ σφόδρα μοι τιμητέα.

Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

 

Των Αγίων Προκοπίου του Δεκαπολίτου, Γελασίου του από μίμων, Θαλλελαίου, Στεφάνου, Νησίου κ.ά.

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.