Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου31 Ιανουαρίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί ΛΑ’, μνήμη των Αγίων και Θαυματουργών Αναργύρων Κύρου και Ιωάννου.
Κύρω συναθλών Ιωάννης προς ξίφος,
Συνθαυματουργεί και μετά ξίφος Κύρω.
Κύρον Ιωάννην τε τάμον πρώτη τριακοστή.
Ούτοι οι Άγιοι Κύρος και Ιωάννης ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει σϞβ’ [292]. Και ο μεν Άγιος Κύρος, εκατάγετο από την Αλεξάνδρειαν. Ο δε Ιωάννης, από Έδεσσαν την διάσημον πόλιν της Μεσοποταμίας, η οποία τώρα κοινώς ονομάζεται Οουρφά. Επειδή δε τότε επεκράτει ο κατά των Χριστιανών διωγμός, δια τούτο ο θείος Κύρος επήγεν εις ένα Μοναστήριον, το οποίον ευρίσκετο εις τον Αραβικόν κόλπον, και γενόμενος Μοναχός εκατοίκησεν εις αυτό. Και εις τόσον ύψος αρετής έφθασεν, ώστε οπού εποίει και θαύματα, και ιάτρευε κάθε νόσον, ήτοι πολυχρόνιον ασθένειαν, και κάθε μαλακίαν, ήτοι ασθένειαν ολιγοχρόνιον. Ο δε Ιωάννης επήγεν εις τα Ιεροσόλυμα, και ακούσας τα θαύματα οπού εποίει ο Άγιος Κύρος, επήγεν εις την Αλεξάνδρειαν, και από εκεί αναχωρήσας επήγεν εις τον τόπον εκείνον, οπού ήτον ο Άγιος Κύρος, και ούτως ευρίσκετο μαζί με αυτόν.
Επειδή δε εσυνέβη να πιασθή από τους Έλληνας μία γυναίκα, Αθανασία ονομαζομένη, ομού με τας τρεις θυγατέρας της Θεοδότην, Θεοκτίστην, και Ευδοξίαν, και έμελλον να παρασταθούν εις τον κριτήν και να βασανισθούν δια να αρνηθούν την πίστιν του Χριστού, δια τούτο ακούσαντες ταύτα ο Κύρος και Ιωάννης, εφοβήθησαν, μήπως ως γυναίκες οπού ήτον, ήθελον δειλιάσουν εις το μαρτύριον. Όθεν επήγαν και τας ενεδυνάμωσαν με τα λόγιά των, και επαρακίνησαν αυτάς εις τον αγώνα του μαρτυρίου. Εκ της αιτίας δε ταύτης επιάσθησαν και αυτοί από τους ειδωλολάτρας, και ομολογήσαντες τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν Θεόν αληθινόν, εβασανίσθησαν με πολλάς τιμωρίας, και τελευταίον απεκεφαλίσθησαν ομού με τας ρηθείσας Αγίας τέσσαρας γυναίκας. Τελείται δε η αυτών Σύναξις εις τον μαρτυρικόν αυτών Ναόν, τον ευρισκόμενον εις τόπον καλούμενον Φωρακίου. (Τον κατά πλάτος Βίον αυτών όρα εις τον Νέον Παράδεισον (1).)
(1) Σημείωσαι, ότι τα θαύματα των Αγίων τούτων Αναργύρων Κύρου και Ιωάννου, συνέγραψεν ο Ιεροσολύμων Σωφρόνιος, διατί ιάτρευσαν τους οφθαλμούς του. Και όρα εις την ενδεκάτην του Μαρτίου εν τω Συναξαρίω του Αγίου Σωφρονίου. Όθεν και εγκώμιον έπλεξεν εις αυτούς, ου η αρχή· «Άλλοι μεν άλλως τους Αγίους τιμάτωσαν». (Σώζεται εν τη Μεγίστη Λαύρα και εν τη Ιερά Μονή των Ιβήρων.) Αλλά και το Μαρτύριον αυτών εν αυταίς σώζεται, ου η αρχή· «Κύρος ο περιφανής των Μαρτύρων». Εν δε τη ρηθείση Λαύρα και άλλος λόγος ευρίσκεται, διαλαμβάνων περί αυτών των Αγίων Αναργύρων, και περί των Αγίων παρθένων Θεοδότης, Θεοκτίστης και Ευδοξίας, και της μητρός αυτών Αθανασίας, ου η αρχή· «Ο μεν σωτήριος λόγος του ευαγγελικού κηρύγματος».
*
Τη αυτή ημέρα μνήμη της ανωτέρω ρηθείσης Αγίας Μάρτυρος Αθανασίας, και των τριών θυγατέρων αυτής Θεοδότης, Θεοκτίστης, και Ευδοξίας.
Μήτηρ αρίστη και τριας θυγατέρων,
Πόθω Πατρός θνήσκουσι του πάντων ξίφει.
*
Οι Άγιοι Μάρτυρες Ουϊκτωρίνος, Ουΐκτωρ, και Νικηφόρος, εν όλμω (ήτοι εν γουδίω) συντριβέντες, τελειούνται.
Όλμω μέλη τρεις συντριβέντες γεννάδαι,
Ώφθησαν οι τρεις σώματος Χριστού μέλη.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Κλαύδιος, χείρας και πόδας εκκοπείς, τελειούται.
Καλήν απαρχήν Κλαύδιος τω Κυρίω,
Εκ σώματος δίδωσι χείρας και πόδας.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Διόδωρος, εν καμίνω βληθείς, τελειούται.
Εν τη καμίνω και το του πόνου στέφος,
Είσελθε Διόδωρε Μάρτυς και στέφου.
*
Ο Άγιος Μάρτυς Σαραπίνος, ξίφει τελειούται.
Είτα ξίφους στέρξω σε τω φόβω βίε,
Και πώς Θεός στέρξει με τον Σαραπίνον;
*
Ο Άγιος Μάρτυς Παππίας, εν θαλάσση βληθείς, τελειούται.
Λούσαι θαλάσσης πικρά λουτρά Παππία,
Και του γλυκασμού της άνω τρυφής τύχης.
Ούτοι οι Άγιοι, εκατάγοντο μεν από την Κόρινθον, ήτον δε κατά τους χρόνους του βασιλέως Δεκίου, εν έτει σνα’ [251]. Δια δε την του Χριστού ομολογίαν και πίστιν πιασθέντες, εφέρθησαν έμπροσθεν εις τον Τέρτιον τον ανθύπατον, όστις είχε την εξουσίαν του Μορέως. Όθεν αφ’ ου ετιμωρήθησαν με πολλάς βασάνους, έλαβεν ο καθ’ ένας από αυτούς διαφορετικόν τέλος του μαρτυρίου. Ο μεν γαρ Άγιος Ουϊκτωρίνος και Ουΐκτωρ και Νικηφόρος, οι τρεις ομού, εβάλθηκαν μέσα εις γουδίον μεγάλον, και τζακισθέντες όλα τα μέλη του σώματος, παρέδωκαν τας ψυχάς των εις χείρας Θεού. Ο δε Άγιος Κλαύδιος, χείρας και πόδας κοπείς, ετελειώθη. Ο δε Άγιος Διόδωρος βαλθείς μέσα εις κάμινον πυρός, έλαβε το τέλος του μαρτυρίου. Ο δε Άγιος Σαραπίνος, με ξίφος απεκεφαλίσθη. Και τελευταίον ο Άγιος Παππίας, ριφθείς εις τον βυθόν της θαλάσσης, τελειούται. Και ούτως έλαβον όλοι παρά Κυρίου τους στεφάνους του μαρτυρίου.
*
Μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Τρυφαίνης.
Ταύρος Τρύφαινα σου τρυφά το σαρκίον,
Και προς τρυφάς πέμπει σε τας ακηράτους.
Αύτη η Αγία εκατάγετο από την Κύζικον την ευρισκομένην εις τον Ελλήσποντον, θυγάτηρ Αναστασίου τινός συγκλητικού, και μητρός Σωκρατίας Χριστιανής. Εμαρτύρησε δε, όχι φερθείσα από άλλους εις τους Έλληνας και ειδωλολάτρας, αλλά αυτή η ιδία από λόγου της επήγεν εις τους Έλληνας και επερίπαιζε τα είδωλά των, και εκατηγόρει τας αισχράς πράξεις, με τας οποίας ενόμιζον οι άφρονες, ότι τιμώσι τους ψευδωνύμους θεούς των. Ου μόνον δε τούτο, αλλά και προς τούτοις εδίδασκεν αυτούς, να αφήσουν μεν την θρησκείαν των ματαίων ειδώλων, να επιστραφούν δε εις την του Χριστού πίστιν. Όθεν κατά προσταγήν Καισαρίου του ηγεμόνος, έβαλαν αυτήν μέσα εις μίαν αναμμένην κάμινον. Επειδή δε εφυλάχθη αβλαβής από αυτήν υπό της του Χριστού χάριτος, δια τούτο εκρεμάσθη υψηλά, και από εκεί αφεθείσα, έπεσεν επάνω εις τα καρφία, οπού είχον εμπηγμένα υπό κάτω.
Όθεν εκαρφώθη από εκείνα το σώμα της, έπειτα εδόθη εις τα θηρία δια να την φάγουν. Και τα μεν άλλα θηρία, δεν την ήγγισαν, ένας δε ταύρος άγριος ορμήσας κατεπάνω της, έσχισε την Αγίαν με τα κέρατά του, και ούτως απέλαβεν η μακαρία τον του μαρτυρίου αμάραντον στέφανον. Λέγουσι δε, ότι εις τον τόπον εκείνον, οπού εχύθη το άγιον αίμα της Μάρτυρος, ευγήκε μία βρύσις νερού καθαρού, από το οποίον όσαι γυναίκες πίνουν, οπού δεν έχουν γάλα αφ’ ου γεννήσουν, αύται ευθύς κάμνουσι γάλα, και προχέουσι τούτο εις τα νεογέννητα τέκνα των. Ου μόνον δε αι γυναίκες, αλλά και τα θηλυκά άλογα ζώα, οπού δεν έχουν γάλα, και αυτά, λέγω, πίνοντα από το νερόν εκείνο, την ιδίαν χάριν λαμβάνουσι και κατεβάζουσι γάλα.
*
Ο Άγιος Νεομάρτυς Ηλίας ο Αρδούνης, ο εν τη Καλαμάτα της Πελοποννήσου μαρτυρήσας εν έτει ͵αχπς’ [1686], πυρί τελειούται.
Ου πυρ φλέγει σε Ηλία στεφηφόρε.
Ένδον γαρ είχες πυρ Θεού της αγάπης (2).
(2) Το Μαρτύριον αυτού όρα εις το Νέον Μαρτυρολόγιον.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
*
Είληφε τέρμα, μην Ιαννουαρίου,
Θεώ δε δόξαν, τέρματος χωρίς φέρει.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ ΛΑ΄, μνήμη τῶν Ἁγίων καὶ Θαυματουργῶν Ἀναργύρων Κύρου καὶ Ἰωάννου.
Κύρῳ συναθλῶν Ἰωάννης πρὸς ξίφος,
Συνθαυματουργεῖ καὶ μετὰ ξίφος Κύρῳ.
Κῦρον Ἰωάννην τε τάμον πρώτῃ τριακοστῇ.
Οὗτοι οἱ Ἅγιοι Κῦρος καὶ Ἰωάννης ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Διοκλητιανοῦ, ἐν ἔτει σϞβ΄ [292]. Καὶ ὁ μὲν Ἅγιος Κῦρος, ἐκατάγετο ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρειαν. Ὁ δὲ Ἰωάννης, ἀπὸ Ἔδεσσαν τὴν διάσημον πόλιν τῆς Μεσοποταμίας, ἡ ὁποία τώρα κοινῶς ὀνομάζεται Ὀουρφά. Ἐπειδὴ δὲ τότε ἐπεκράτει ὁ κατὰ τῶν Χριστιανῶν διωγμός, διὰ τοῦτο ὁ θεῖος Κῦρος ἐπῆγεν εἰς ἕνα Μοναστήριον, τὸ ὁποῖον εὑρίσκετο εἰς τὸν Ἀραβικὸν κόλπον, καὶ γενόμενος Μοναχὸς ἐκατοίκησεν εἰς αὐτό. Καὶ εἰς τόσον ὕψος ἀρετῆς ἔφθασεν, ὥστε ὁποῦ ἐποίει καὶ θαύματα, καὶ ἰάτρευε κάθε νόσον, ἤτοι πολυχρόνιον ἀσθένειαν, καὶ κάθε μαλακίαν, ἤτοι ἀσθένειαν ὀλιγοχρόνιον. Ὁ δὲ Ἰωάννης ἐπῆγεν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, καὶ ἀκούσας τὰ θαύματα ὁποῦ ἐποίει ὁ Ἅγιος Κῦρος, ἐπῆγεν εἰς τὴν Ἀλεξάνδρειαν, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀναχωρήσας ἐπῆγεν εἰς τὸν τόπον ἐκεῖνον, ὁποῦ ἦτον ὁ Ἅγιος Κῦρος, καὶ οὕτως εὑρίσκετο μαζὶ μὲ αὐτόν.
Ἐπειδὴ δὲ ἐσυνέβη νὰ πιασθῇ ἀπὸ τοὺς Ἕλληνας μία γυναῖκα, Ἀθανασία ὀνομαζομένη, ὁμοῦ μὲ τὰς τρεῖς θυγατέρας της Θεοδότην, Θεοκτίστην, καὶ Εὐδοξίαν, καὶ ἔμελλον νὰ παρασταθοῦν εἰς τὸν κριτὴν καὶ νὰ βασανισθοῦν διὰ νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, διὰ τοῦτο ἀκούσαντες ταῦτα ὁ Κῦρος καὶ Ἰωάννης, ἐφοβήθησαν, μήπως ὡς γυναῖκες ὁποῦ ἦτον, ἤθελον δειλιάσουν εἰς τὸ μαρτύριον. Ὅθεν ἐπῆγαν καὶ τὰς ἐνεδυνάμωσαν μὲ τὰ λόγιά των, καὶ ἐπαρακίνησαν αὐτὰς εἰς τὸν ἀγῶνα τοῦ μαρτυρίου. Ἐκ τῆς αἰτίας δὲ ταύτης ἐπιάσθησαν καὶ αὐτοὶ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρας, καὶ ὁμολογήσαντες τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν Θεὸν ἀληθινόν, ἐβασανίσθησαν μὲ πολλὰς τιμωρίας, καὶ τελευταῖον ἀπεκεφαλίσθησαν ὁμοῦ μὲ τὰς ῥηθείσας Ἁγίας τέσσαρας γυναῖκας. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῶν Σύναξις εἰς τὸν μαρτυρικὸν αὐτῶν Ναόν, τὸν εὑρισκόμενον εἰς τόπον καλούμενον Φωρακίου. (Τὸν κατὰ πλάτος Βίον αὐτῶν ὅρα εἰς τὸν Νέον Παράδεισον (1).)
(1) Σημείωσαι, ὅτι τὰ θαύματα τῶν Ἁγίων τούτων Ἀναργύρων Κύρου καὶ Ἰωάννου, συνέγραψεν ὁ Ἱεροσολύμων Σωφρόνιος, διατὶ ἰάτρευσαν τοὺς ὀφθαλμούς του. Καὶ ὅρα εἰς τὴν ἑνδεκάτην τοῦ Μαρτίου ἐν τῷ Συναξαρίῳ τοῦ Ἁγίου Σωφρονίου. Ὅθεν καὶ ἐγκώμιον ἔπλεξεν εἰς αὐτούς, οὗ ἡ ἀρχή· «Ἄλλοι μὲν ἄλλως τοὺς Ἁγίους τιμάτωσαν». (Σῴζεται ἐν τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ καὶ ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ τῶν Ἰβήρων.) Ἀλλὰ καὶ τὸ Μαρτύριον αὐτῶν ἐν αὐταῖς σῴζεται, οὗ ἡ ἀρχή· «Κῦρος ὁ περιφανὴς τῶν Μαρτύρων». Ἐν δὲ τῇ ῥηθείσῃ Λαύρᾳ καὶ ἄλλος λόγος εὑρίσκεται, διαλαμβάνων περὶ αὐτῶν τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, καὶ περὶ τῶν Ἁγίων παρθένων Θεοδότης, Θεοκτίστης καὶ Εὐδοξίας, καὶ τῆς μητρὸς αὐτῶν Ἀθανασίας, οὗ ἡ ἀρχή· «Ὁ μὲν σωτήριος λόγος τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος».
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τῆς ἀνωτέρω ῥηθείσης Ἁγίας Μάρτυρος Ἀθανασίας, καὶ τῶν τριῶν θυγατέρων αὐτῆς Θεοδότης, Θεοκτίστης, καὶ Εὐδοξίας.
Μήτηρ ἀρίστη καὶ τριὰς θυγατέρων,
Πόθῳ Πατρὸς θνήσκουσι τοῦ πάντων ξίφει.
*
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Οὐϊκτωρῖνος, Οὐΐκτωρ, καὶ Νικηφόρος, ἐν ὅλμῳ (ἤτοι ἐν γουδίῳ) συντριβέντες, τελειοῦνται.
Ὅλμῳ μέλη τρεῖς συντριβέντες γεννάδαι,
Ὤφθησαν οἱ τρεῖς σώματος Χριστοῦ μέλη.
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Κλαύδιος, χεῖρας καὶ πόδας ἐκκοπείς, τελειοῦται.
Καλὴν ἀπαρχὴν Κλαύδιος τῷ Κυρίῳ,
Ἐκ σώματος δίδωσι χεῖρας καὶ πόδας.
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Διόδωρος, ἐν καμίνῳ βληθείς, τελειοῦται.
Ἐν τῇ καμίνῳ καὶ τὸ τοῦ πόνου στέφος,
Εἴσελθε Διόδωρε Μάρτυς καὶ στέφου.
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Σαραπῖνος, ξίφει τελειοῦται.
Εἶτα ξίφους στέρξω σε τῷ φόβῳ βίε,
Καὶ πῶς Θεὸς στέρξει με τὸν Σαραπῖνον;
*
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Παππίας, ἐν θαλάσσῃ βληθείς, τελειοῦται.
Λοῦσαι θαλάσσης πικρὰ λουτρὰ Παππία,
Καὶ τοῦ γλυκασμοῦ τῆς ἄνω τρυφῆς τύχῃς.
Οὗτοι οἱ Ἅγιοι, ἐκατάγοντο μὲν ἀπὸ τὴν Κόρινθον, ἦτον δὲ κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Δεκίου, ἐν ἔτει σνα΄ [251]. Διὰ δὲ τὴν τοῦ Χριστοῦ ὁμολογίαν καὶ πίστιν πιασθέντες, ἐφέρθησαν ἔμπροσθεν εἰς τὸν Τέρτιον τὸν ἀνθύπατον, ὅστις εἶχε τὴν ἐξουσίαν τοῦ Μορέως. Ὅθεν ἀφ’ οὗ ἐτιμωρήθησαν μὲ πολλὰς βασάνους, ἔλαβεν ὁ καθ’ ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς διαφορετικὸν τέλος τοῦ μαρτυρίου. Ὁ μὲν γὰρ Ἅγιος Οὐϊκτωρῖνος καὶ Οὐΐκτωρ καὶ Νικηφόρος, οἱ τρεῖς ὁμοῦ, ἐβάλθηκαν μέσα εἰς γουδίον μεγάλον, καὶ τζακισθέντες ὅλα τὰ μέλη τοῦ σώματος, παρέδωκαν τὰς ψυχάς των εἰς χεῖρας Θεοῦ. Ὁ δὲ Ἅγιος Κλαύδιος, χεῖρας καὶ πόδας κοπείς, ἐτελειώθη. Ὁ δὲ Ἅγιος Διόδωρος βαλθεὶς μέσα εἰς κάμινον πυρός, ἔλαβε τὸ τέλος τοῦ μαρτυρίου. Ὁ δὲ Ἅγιος Σαραπῖνος, μὲ ξίφος ἀπεκεφαλίσθη. Καὶ τελευταῖον ὁ Ἅγιος Παππίας, ῥιφθεὶς εἰς τὸν βυθὸν τῆς θαλάσσης, τελειοῦται. Καὶ οὕτως ἔλαβον ὅλοι παρὰ Κυρίου τοὺς στεφάνους τοῦ μαρτυρίου.
*
Μνήμη τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Τρυφαίνης.
Ταῦρος Τρύφαινα σοῦ τρυφᾷ τὸ σαρκίον,
Καὶ πρὸς τρυφὰς πέμπει σε τὰς ἀκηράτους.
Αὕτη ἡ Ἁγία ἐκατάγετο ἀπὸ τὴν Κύζικον τὴν εὑρισκομένην εἰς τὸν Ἑλλήσποντον, θυγάτηρ Ἀναστασίου τινος συγκλητικοῦ, καὶ μητρὸς Σωκρατίας Χριστιανῆς. Ἐμαρτύρησε δέ, ὄχι φερθεῖσα ἀπὸ ἄλλους εἰς τοὺς Ἕλληνας καὶ εἰδωλολάτρας, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ἰδία ἀπὸ λόγου της ἐπῆγεν εἰς τοὺς Ἕλληνας καὶ ἐπερίπαιζε τὰ εἴδωλά των, καὶ ἐκατηγόρει τὰς αἰσχρὰς πράξεις, μὲ τὰς ὁποίας ἐνόμιζον οἱ ἄφρονες, ὅτι τιμῶσι τοὺς ψευδωνύμους θεούς των. Οὐ μόνον δὲ τοῦτο, ἀλλὰ καὶ πρὸς τούτοις ἐδίδασκεν αὐτούς, νὰ ἀφήσουν μὲν τὴν θρῃσκείαν τῶν ματαίων εἰδώλων, νὰ ἐπιστραφοῦν δὲ εἰς τὴν τοῦ Χριστοῦ πίστιν. Ὅθεν κατὰ προσταγὴν Καισαρίου τοῦ ἡγεμόνος, ἔβαλαν αὐτὴν μέσα εἰς μίαν ἀναμμένην κάμινον. Ἐπειδὴ δὲ ἐφυλάχθη ἀβλαβὴς ἀπὸ αὐτὴν ὑπὸ τῆς τοῦ Χριστοῦ χάριτος, διὰ τοῦτο ἐκρεμάσθη ὑψηλά, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀφεθεῖσα, ἔπεσεν ἐπάνω εἰς τὰ καρφία, ὁποῦ εἶχον ἐμπηγμένα ὑπὸ κάτω.
Ὅθεν ἐκαρφώθη ἀπὸ ἐκεῖνα τὸ σῶμά της, ἔπειτα ἐδόθη εἰς τὰ θηρία διὰ νὰ τὴν φάγουν. Καὶ τὰ μὲν ἄλλα θηρία, δὲν τὴν ἤγγισαν, ἕνας δὲ ταῦρος ἄγριος ὁρμήσας κατεπάνω της, ἔσχισε τὴν Ἁγίαν μὲ τὰ κέρατά του, καὶ οὕτως ἀπέλαβεν ἡ μακαρία τὸν τοῦ μαρτυρίου ἀμάραντον στέφανον. Λέγουσι δέ, ὅτι εἰς τὸν τόπον ἐκεῖνον, ὁποῦ ἐχύθη τὸ ἅγιον αἷμα τῆς Μάρτυρος, εὐγῆκε μία βρύσις νεροῦ καθαροῦ, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ὅσαι γυναῖκες πίνουν, ὁποῦ δὲν ἔχουν γάλα ἀφ’ οὗ γεννήσουν, αὗται εὐθὺς κάμνουσι γάλα, καὶ προχέουσι τοῦτο εἰς τὰ νεογέννητα τέκνα των. Οὐ μόνον δὲ αἱ γυναῖκες, ἀλλὰ καὶ τὰ θηλυκὰ ἄλογα ζῶα, ὁποῦ δὲν ἔχουν γάλα, καὶ αὐτά, λέγω, πίνοντα ἀπὸ τὸ νερὸν ἐκεῖνο, τὴν ἰδίαν χάριν λαμβάνουσι καὶ κατεβάζουσι γάλα.
*
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἠλίας ὁ Ἀρδούνης, ὁ ἐν τῇ Καλαμάτᾳ τῆς Πελοποννήσου μαρτυρήσας ἐν ἔτει ͵αχπς΄ [1686], πυρὶ τελειοῦται.
Οὐ πῦρ φλέγει σε Ἠλία στεφηφόρε.
Ἔνδον γὰρ εἶχες πῦρ Θεοῦ τῆς ἀγάπης (2).
(2) Τὸ Μαρτύριον αὐτοῦ ὅρα εἰς τὸ Νέον Μαρτυρολόγιον.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
*
Εἴληφε τέρμα, μὴν Ἰαννουαρίου,
Θεῷ δὲ δόξαν, τέρματος χωρὶς φέρει.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Β’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *