Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου21 Δεκεμβρίου

Των Αγίων Ιουλιανής και των συν αυτή, Θεμιστοκλέους κ.ά.

Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ

Αγία ΙουλιανήΤω αυτώ μηνί ΚΑ’, μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Ιουλιανής.

Ιουλιανής αγλάϊσμα το ξίφος,
Ως προξενήσαν αγλαόν ταύτη στέφος.

Έκταμον εικάδι πρώτη Ιουλιανήν ερατεινήν.

Αύτη ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Μαξιμιανού εν έτει σϞθ’ [299], καταγομένη από την Νικομήδειαν, θυγάτηρ πλουσίων γονέων, από τους οποίους αρραβωνίσθη με ένα συγκλητικόν, Ελεύσιον ονομαζόμενον. Επειδή λοιπόν ο Ελεύσιος ήθελε να κάμη τον γάμον, η Αγία δεν εκαταδέχθη, αλλ’ είπεν εις αυτόν. Όταν κατασταθής έπαρχος, τότε ας γένη ο γάμος. Όταν δε έγινεν έπαρχος, τότε πάλιν είπεν εις αυτόν η Αγία. Ανίσως δεν αφήσης την θρησκείαν των ειδώλων, και αν δεν επιστρέψης εις την πίστιν των Χριστιανών, ήξευρε, ότι δεν καταδέχομαι την δια γάμου μετά σου κοινωνίαν. Ο δε Ελεύσιος είπεν όλα αυτά τα λόγια της παρθένου εις τον πατέρα της. Επειδή δε ο πατήρ της δεν εδυνήθη να την κάμη να μεταβληθή από την πίστιν του Χριστού, δια τούτο παρεδόθη η Αγία εις αυτόν τον ίδιον αρραβωνιαστικόν της και έπαρχον, δια να την καταδικάση εκείνος, ως ήθελεν. Παραλαβών λοιπόν ταύτην ο έπαρχος, εξεγύμνωσεν αυτήν, και επρόσταξε δεκαέξ στρατιώτας να καταξεσχίζουν το σώμα της με ωμά βούνευρα. Έπειτα εκρέμασεν αυτήν από τας τρίχας, ώστε οπού εξεκόλλησεν από τα κόκκαλα το δέρμα της κεφαλής της. Μετά ταύτα κατακαίει τας πλευράς της με πυρωμένα σίδηρα, και ρίπτει αυτήν μέσα εις την φωτίαν. Ύστερον διεπέρασεν ένα πυρωμένον σίδηρον δια μέσου των μηρίων της. Και δέσας τας χείρας της εις τας πλευράς της, έρριψεν αυτήν εις την φυλακήν.

Εκεί δε εις την φυλακήν ευρισκομένης της Αγίας και προσευχομένης, εφάνη εις αυτήν εν σχήματι Αγγέλου, ο πάντων εχθρός και πολέμιος Διάβολος, όστις επαρακίνει αυτήν να θυσιάση εις τα είδωλα, και να ελευθερωθή από τα βάσανα. Η δε Αγία απέβαλεν αυτόν, και τον έκαμε και μη θέλοντα να ομολογήση ο ίδιος, πως είναι ο Διάβολος. Μετά ταύτα εφέρθη πάλιν η μακαρία εις τον έπαρχον, και επειδή έμενεν αμετάθετος εις την πίστιν και αγάπην του Χριστού, δια τούτο βάλλεται μέσα εις μίαν κάμινον αναμμένην. Φυλαχθείσα δε αβλαβής δια της θείας χάριτος, με το να εσβέσθη η κάμινος, έκαμε να πιστεύσουν εις τον Χριστόν άνδρες πεντακόσιοι, οι οποίοι παρευθύς απεκεφαλίσθησαν ομού με γυναίκας εκατόν τριάκοντα.

Ύστερον εβάλθη η μακαρία εις ένα πεπυρωμένον καζάνι, το οποίον έγινε, εις αυτήν μεν, λουτρόν, εις δε τους απίστους, φθοροποιόν. Διότι ελύθη το χάλκωμα του καζανίου ωσάν από κάποιαν μηχανήν, και έφθειρε τους εκεί τριγύρω παρεστώτας Έλληνας. Τελευταίον, επειδή η Αγία έμεινεν ανωτέρα από όλα τα βάσανα, δια τούτο απεκεφαλίσθη. Και έτζι έλαβεν η αοίδιμος του μαρτυρίου τον στέφανον. Ήτον δε, όταν μεν αρραβωνίσθη με τον Ελεύσιον, χρόνων δεκαέξ, όταν δε ενυμφεύθη τω Χριστώ δια του μαρτυρίου, χρόνων δεκαοκτώ. Τελείται δε η αυτής Σύναξις εις τον μαρτυρικόν της Ναόν πλησίον της Αγίας Ευφημίας εις τον τόπον τον καλούμενον Πετρίον. (Τον κατά πλάτος Βίον αυτής όρα εις το Εκλόγιον (1).)

(1) Τον ελληνικόν δε αυτής Βίον συνέγραψεν ο Μεταφραστής, ου η αρχή· «Και η καλλίστη των πόλεων». (Σώζεται εν τη Μεγίστη Λαύρα, εν τη Μονή των Ιβήρων και εν άλλαις.)

*

Τη αυτή ημέρα οι Άγιοι πεντακόσιοι Μάρτυρες, οι δια της Αγίας Ιουλιανής πιστεύσαντες τω Χριστώ, ξίφει τελειούνται.

Πεντακοσίους είδεν εκτετμημένους,
Η Νικομήδους Μάρτυρας νικηφόρους.

*

Αι Άγιαι εκατόν τριάκοντα Γυναίκες, αι δια της Αγίας Ιουλιανής πιστεύσασαι τω Χριστώ, ξίφει τελειούνται.

Συν πενταπλή προύτεινεν εικάδι ξίφει,
Τριπλή γυναικών Μαρτύρων δεκάς κάρας.

*

Άγιος ΘεμιστοκλήςΜνήμη του Αγίου Μάρτυρος Θεμιστοκλέους.

Τας εκ σιδηρών οξέων ήλων ξέσεις,
Ως τις σιδηρούς καρτερείς Θεμιστόκλεις.

Ούτος ήτον κατά τους χρόνους Δεκίου εν έτει σν’ [250], καταγόμενος μεν από τα Μύρα της Λυκίας, βοσκός δε υπάρχων προβάτων. Επειδή δε ο εκεί άρχων Ασκληπιός ονόματι, εκίνησε διωγμόν κατά των Χριστιανών, και εζητείτο παρ’ αυτού ο Άγιος Μάρτυς Διοσκορίδης: τούτου χάριν ο μεν θείος Διοσκορίδης έφυγεν εις το βουνόν και εκρύβη. Οι δε ζητούντες εκείνον, ευρίσκοντες τον μακάριον τούτον Θεμιστοκλέα βόσκοντα τα πρόβατά του, ερώτησαν αυτόν. Ούτος δε ο αοίδιμος, τον μεν Διοσκορίδην, έκρυψε, λέγων, ότι δεν ηξεύρει, πού είναι. Τον δε εαυτόν του παρέδωκεν εις αυτούς, ομολογήσας ότι είναι Χριστιανός. Παρασταθείς λοιπόν ενώπιον του άρχοντος, και τον Χριστόν παρρησία κηρύξας, εδάρθη εις την κοιλίαν τόσον πολλά, ώστε οπού εσχίσθη η κοιλία του. Έπειτα εκρεμάσθη επάνω εις ξύλον. Και εσύρθη επάνω εις σιδηρά τριβόλια, από τα οποία κατακαρφωθείς εις όλα τα μέλη του σώματος, παρέδωκε την αγίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού, και έλαβεν ο αοίδιμος του μαρτυρίου τον στέφανον.

 

 

 

Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.

 Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

21-12 (1)Τ ατ μην ΚΑ΄, μνήμη τς γίας Μάρτυρος ουλιανς.

ουλιανς γλάϊσμα τ ξίφος,
ς προξενσαν γλαν ταύτ στέφος.

κταμον εκάδι πρώτ ουλιανν ρατεινήν.

Ατη τον κατ τος χρόνους το βασιλέως Μαξιμιανο ν τει σϞθ΄ [299], καταγομένη π τν Νικομήδειαν, θυγάτηρ πλουσίων γονέων, π τος ποίους ρραβωνίσθη μ να συγκλητικόν, λεύσιον νομαζόμενον. πειδ λοιπν λεύσιος θελε ν κάμ τν γάμον, γία δν καταδέχθη, λλ’ επεν ες ατόν. ταν κατασταθς παρχος, τότε ς γέν γάμος. ταν δ γινεν παρχος, τότε πάλιν επεν ες ατν γία. νίσως δν φήσς τν θρσκείαν τν εδώλων, κα ν δν πιστρέψς ες τν πίστιν τν Χριστιανν, ξευρε, τι δν καταδέχομαι τν δι γάμου μετ σο κοινωνίαν. δ λεύσιος επεν λα ατ τ λόγια τς παρθένου ες τν πατέρα της. πειδ δ πατήρ της δν δυνήθη ν τν κάμ ν μεταβληθ π τν πίστιν το Χριστο, δι τοτο παρεδόθη γία ες ατν τν διον ρραβωνιαστικόν της κα παρχον, δι ν τν καταδικάσ κενος, ς θελεν. Παραλαβν λοιπν ταύτην παρχος, ξεγύμνωσεν ατήν, κα πρόσταξε δεκαξ στρατιώτας ν καταξεσχίζουν τ σμά της μ μ βούνευρα. πειτα κρέμασεν ατν π τς τρίχας, στε πο ξεκόλλησεν π τ κόκκαλα τ δέρμα τς κεφαλς της. Μετ τατα κατακαίει τς πλευράς της μ πυρωμένα σίδηρα, κα ίπτει ατν μέσα ες τν φωτίαν. στερον διεπέρασεν να πυρωμένον σίδηρον δι μέσου τν μηρίων της. Κα δέσας τς χεράς της ες τς πλευράς της, ρριψεν ατν ες τν φυλακήν.

κε δ ες τν φυλακν ερισκομένης τς γίας κα προσευχομένης, φάνη ες ατν ν σχήματι γγέλου, πάντων χθρς κα πολέμιος Διάβολος, στις παρακίνει ατν ν θυσιάσ ες τ εδωλα, κα ν λευθερωθ π τ βάσανα. δ γία πέβαλεν ατόν, κα τν καμε κα μ θέλοντα ν μολογήσ διος, πς εναι Διάβολος. Μετ τατα φέρθη πάλιν μακαρία ες τν παρχον, κα πειδ μενεν μετάθετος ες τν πίστιν κα γάπην το Χριστο, δι τοτο βάλλεται μέσα ες μίαν κάμινον ναμμένην. Φυλαχθεσα δ βλαβς δι τς θείας χάριτος, μ τ ν σβέσθη κάμινος, καμε ν πιστεύσουν ες τν Χριστν νδρες πεντακόσιοι, ο ποοι παρευθς πεκεφαλίσθησαν μο μ γυνακας κατν τριάκοντα.

στερον βάλθη μακαρία ες να πεπυρωμένον καζάνι, τ ποον γινε, ες ατν μέν, λουτρόν, ες δ τος πίστους, φθοροποιόν. Διότι λύθη τ χάλκωμα το καζανίου σν π κποιαν μηχανήν, κα φθειρε τος κε τριγύρω παρεσττας λληνας. Τελευταον, πειδ γία μεινεν νωτέρα π λα τ βάσανα, δι τοτο πεκεφαλίσθη. Κα τζι λαβεν οίδιμος το μαρτυρίου τν στέφανον. τον δέ, ταν μν ρραβωνίσθη μ τν λεύσιον, χρόνων δεκαέξ, ταν δ νυμφεύθη τ Χριστ δι το μαρτυρίου, χρόνων δεκαοκτώ. Τελεται δ ατς Σύναξις ες τν μαρτυρικόν της Ναν πλησίον τς γίας Εφημίας ες τν τόπον τν καλούμενον Πετρίον. (Τν κατ πλάτος Βίον ατς ρα ες τ κλόγιον (1).)

(1) Τὸν ἑλληνικὸν δὲ αὐτῆς Βίον συνέγραψεν ὁ Μεταφραστής, οὗ ἡ ἀρχή· «Καὶ ἡ καλλίστη τῶν πόλεων». (Σῴζεται ἐν τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ, ἐν τῇ Μονῇ τῶν Ἰβήρων καὶ ἐν ἄλλαις.)

*

Τ ατ μέρ ο γιοι πεντακόσιοι Μάρτυρες, ο δι τς γίας ουλιανς πιστεύσαντες τ Χριστ, ξίφει τελειονται.

Πεντακοσίους εδεν κτετμημένους,
Νικομήδους Μάρτυρας νικηφόρους.

*

Α γιαι κατν τριάκοντα Γυνακες, α δι τς γίας ουλιανς πιστεύσασαι τ Χριστ, ξίφει τελειονται.

Σν πενταπλ προτεινεν εκάδι ξίφει,
Τριπλ γυναικν Μαρτύρων δεκς κάρας.

*

21-12 (2)Μνήμη το γίου Μάρτυρος Θεμιστοκλέους.

Τς κ σιδηρν ξέων λων ξέσεις,
ς τις σιδηρος καρτερες Θεμιστόκλεις.

Οτος τον κατ τος χρόνους Δεκίου ν τει σν΄ [250], καταγόμενος μν π τ Μύρα τς Λυκίας, βοσκς δ πάρχων προβάτων. πειδ δ κε ρχων σκληπις νόματι, κίνησε διωγμν κατ τν Χριστιανν, κα ζητετο παρ’ ατο γιος Μάρτυς Διοσκορίδης: τούτου χάριν μν θεος Διοσκορίδης φυγεν ες τ βουνν κα κρύβη. Ο δ ζητοντες κενον, ερίσκοντες τν μακάριον τοτον Θεμιστοκλέα βόσκοντα τ πρόβατά του, ρώτησαν ατόν. Οτος δ οίδιμος, τν μν Διοσκορίδην, κρυψε, λέγων, τι δν ξεύρει, πο εναι. Τν δ αυτόν του παρέδωκεν ες ατούς, μολογήσας τι εναι Χριστιανός. Παρασταθες λοιπν νώπιον το ρχοντος, κα τν Χριστν παρρησί κηρύξας, δάρθη ες τν κοιλίαν τόσον πολλά, στε πο σχίσθη κοιλία του. πειτα κρεμάσθη πάνω ες ξύλον. Κα σύρθη πάνω ες σιδηρ τριβόλια, π τ ποα κατακαρφωθες ες λα τ μέλη το σώματος, παρέδωκε τν γίαν ψυχήν του ες χερας Θεο, κα λαβεν οίδιμος το μαρτυρίου τν στέφανον.

 

 

Τας τν σν γίων πρεσβείαις Χριστ Θες λέησον μς.

 Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Α’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.

* * *

 

 

Των Αγίων Ιουλιανής και των συν αυτή, Θεμιστοκλέους κ.ά.

Ορθόδοξη πίστη και ζωή στο email σας. Λάβετε πρώτοι όλες τις τελευταίες αναρτήσεις της Κοινωνίας Ορθοδοξίας:
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter! Θα λάβετε email επιβεβαίωσης σε λίγα λεπτά. Παρακαλούμε, ακολουθήστε τον σύνδεσμο μέσα του για να επιβεβαιώσετε την εγγραφή. Εάν το email δεν εμφανιστεί στο γραμματοκιβώτιό σας, παρακαλούμε ελέγξτε τον φάκελο του spam.
Έχετε εγγραφεί επιτυχώς στο newsletter!
Λυπούμαστε, υπήρξε ένα σφάλμα. Παρακαλούμε, ελέγξτε το email σας.