Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου4 Δεκεμβρίου
Αν θέλετε πολυτονικό κείμενο, πατήστε εδώ
Τω αυτώ μηνί Δ’, μνήμη της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας.
Ξίφει πατήρ θύσας σε Μάρτυς Βαρβάρα,
Υπήρξεν άλλος Αβραάμ Διαβόλου.
Κουριδίην κατέπεφνε πατήρ τάλας αμφί τετάρτην.
Αύτη ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Μαξιμιανού, εν έτει σϞ’ [290], θυγάτηρ ενός Έλληνος. Καταγομένη μεν από την Ανατολήν, φυλαττομένη δε μέσα εις ένα πύργον υψηλόν, δια την ανθούσαν του σώματος αυτής ωραιότητα. Αύτη λοιπόν η σεμνοτάτη παρθένος, παρά Θεού εδιδάχθη την ευσέβειαν. Όθεν τον Χριστόν σεβομένη κρυφίως, δεν εδυνήθη να κρυφθή από τον ασεβή πατέρα της. Εγνώρισε γαρ εκείνος τα περί αυτής, όταν, αυτός μεν είπε να γένουν δύω παράθυρα εις το παρ’ αυτού κτισθέν λουτρόν, η δε Αγία επρόσταξε να γένουν τρία παράθυρα, τα οποία και έγιναν. Ερωτήσας δε αυτήν, δια ποίαν αιτίαν τρία παράθυρα κατεσκεύασεν; έμαθεν από αυτήν, ότι τα εποίησεν εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Όθεν ο βάρβαρος τούτο ακούσας, ώρμησε να την θανατώση με το εδικόν του σπαθί.
Επειδή δε η Αγία έφυγε, και φεύγουσα εμβήκε μέσα εις μίαν πέτραν, η οποία παραδόξως εσχίσθη και την εδέχθη, δια τούτο ο πατήρ αυτής την εκυνήγα. Ευρών δε αυτήν, με το μέσον τινός μηνυτού, την άρπασεν άσπλαγχνα από τα μαλλία της κεφαλής. Και φέρων, παρέδωκεν αυτήν εις τον της χώρας άρχοντα. Έμπροσθεν του οποίου ομολογήσασα η Αγία τον Χριστόν, και τα είδωλα υβρίσασα, δέρνεται δυνατά, και καταξεσχίζεται εις τας σάρκας, και κατακαίεται εις τας πλευράς. Έπειτα κτυπάται εις την κεφαλήν με μπάλλας, και γυμνωθείσα, περιτριγυρίζει την πόλιν ομού και δέρνεται. Και τελευταίον δια ξίφους την κεφαλήν αποκόπτεται από τας χείρας αυτού του ιδίου ωμοτάτου πατρός της. Ο οποίος λέγεται, ότι αφ’ ου κατέσφαξε την Αγίαν, καταβαίνωντας από το βουνόν, εκτυπήθη άνωθεν από αστραποπελέκυ. Και ούτως απέρριψε την μιαράν του ψυχήν. (Τον κατά πλάτος Βίον αυτής όρα εις τον Παράδεισον (1).)
(1) Σημείωσαι, ότι ευρίσκεται ασματική Ακολουθία τελεία και πλήρης. Ομοίως και εικοσιτέσσαρες οίκοι χαιρετίσιμοι εις την Αγίαν ταύτην Βαρβάραν. Άπέρ εισι τετυπωμένα εις ξεχωριστήν φυλλάδα. Το δε Μαρτύριον αυτής συνέγραψεν ο Μεταφραστής, ου η αρχή· «Μαξιμιανώ τω δυσσεβεί». (Σώζεται εν τη των Ιβήρων και εν άλλαις.) Εν δε τη Μεγίστη Λαύρα, ου μόνον το ρηθέν αυτής Μαρτύριον σώζεται, αλλά και έτερον ου η αρχή· «Εν τοις χρόνοις εκείνοις».
*
Τη αυτή ημέρα μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Ιωάννου Πρεσβυτέρου του Δαμασκηνού.
Πλήσας μελών γην ηδέων Ιωάννης,
Εις ουρανούς άνεισι συνθήσων μέλη.
Ούτος ήτον κατά τους χρόνους Λέοντος του Ισαύρου εν έτει ψις’ [716]. Έφθασε δε και έως του υιού αυτού Κωνσταντίνου του Κοπρωνύμου, του εν έτει ψμα’ [741] βασιλεύσαντος. Καταγόμενος από την Δαμασκόν, το νυν λεγόμενον Σαμ, εκ γένους λαμπρού, και στολισμένου με την Ορθόδοξον πίστιν. Επειδή δε έτυχε να έχη ένα φιλάρετον και φιλόκαλον πατέρα, εγυμνάσθη μαζί με τον συνανατροφόν του θείον Κοσμάν κάθε σοφίαν, τόσον την έξωθεν των Ελλήνων, όσον και την έσωθεν και εδικήν μας, παρά τινος διδασκάλου ονομαζομένου και εκείνου Κοσμά, ανδρός ευλαβεστάτου και σοφωτάτου. Όστις επωνομάζετο μεν Ασηκρήτις, εξηγοράσθη δε από τον πατέρα του θείου Ιωάννου ομού με άλλους σκλάβους. Όθεν επειδή έτυχον τοιούτον σοφόν διδάσκαλον, δια τούτο έφθασαν και οι δύω εις το άκρον της σοφίας. Έπειτα γενόμενοι και οι δύω Μοναχοί, εσχόλαζον εις μόνον τον Θεόν και τα του Θεού.
Ο δε Ιωάννης ξεχωριστά παραδοθείς από τον προεστώτα της Μονής του Αγίου Σάββα, εις ένα γέροντα μεγάλον και σοφόν κατά τα θεία, εδιδάχθη παρ’ αυτού την μακαρίαν υπακοήν. Όθεν επροστάχθη από αυτόν να μη ψάλη καμμίαν φοράν, ουδέ το παραμικρόν ψαλτικόν κατά την τέχνην της μουσικής οπού ήξευρε. Δια τούτο και ο Ιωάννης εφύλαξεν αδιακρίτως την προσταγήν του γέροντος εις χρόνους πολλούς. Λέγεται δε ότι η Υπεραγία Θεοτόκος εφάνη κατ’ όναρ εις τον γέροντά του, και είπεν αυτώ, να παρακινήση τον υποτακτικόν του Ιωάννην να συγγράψη ύμνους εις δόξαν του εξ αυτής γεννηθέντος ασπόρως Χριστού, και εις καύχημα και χαράν εκείνων των Χριστιανών, οπού χρεωστούν να δοξολογούσι την Θεοτόκον. Καθώς και αυτός ο ίδιος Ιωάννης χρεωστεί εξάπαντος να δοξολογή την αυτήν Θεοτόκον, επειδή απόλαυσε πολλήν βοήθειαν παρ’ αυτής. Την γαρ αδίκως κοπείσαν από τον άρχοντα χείρα του, υγιά και ολόκληρον η Θεοτόκος απεκατέστησε με την μεγάλην της δύναμιν.
Όθεν λαβών ο θείος Ιωάννης την άδειαν παρά του γέροντός του, συνέγραψεν ύμνους και άσματα μελίρρυτα, υπόθεσιν προστησάμενος της ασματικής του μελωδίας, και της άλλης λογογραφίας του, αυτήν την Μητέρα του φωτός και Δέσποιναν Θεοτόκον. Με τοιούτον τρόπον λοιπόν ο θείος ούτος της Εκκλησίας φωστήρ, συνέγραψε συγγράμματα πάμπολλα, δια μέσου των οποίων ευρίσκεται η λύσις κάθε απορίας γραφικής, και παντός ζητήματος η εξήγησις. Και με την δύναμιν των λόγων του, και με τας από των θείων Γραφών αποδείξεις του, εστηλίτευσε την δυσσεβή αίρεσιν των Εικονομάχων. Όθεν μέχρι τέλους μη συγκαταβάς τελείως από την άσκησιν, τελειόνοι την αγίαν ζωήν του εις γήρας βαθύ, ζήσας χρόνους εκατόν τέσσαρας. (Τον κατά πλάτος Βίον αυτού όρα εις το Εκλόγιον (2).) Περί δε του Αγίου Κοσμά, είπομεν ξεχωριστά εις τας δεκατέσσαρας του Οκτωβρίου, και όρα εκεί.
(2) Οι στίχοι δε, δια μέσου των οποίων παρεκάλει ο θείος Ιωάννης την Θεοτόκον, δια να ιατρεύση την κοπείσαν χείρα του, είναι ούτοι:
Δέσποινα πάναγνε Μήτερ η τον Θεόν μου τεκούσα,
Δια τας θείας εικόνας η δεξιά μου εκόπη.
Ουκ αγνοείς την αιτίαν δ’ ην εμάνη ο Λέων.
Πρόφθασον τοίνυν ως τάχος και ίασαί μου την χείρα.
Η δεξιά του υψίστου η από σου σαρκωθείσα,
Πολλάς ποιεί τας δυνάμεις δια της σης μεσιτείας.
Την δεξιάν μου και ταύτην νυν ιασάτω λιταίς σου,
Ως αν σους ύμνους ους δοίης και του εκ σου σαρκωθέντος,
Εν ρυθμικαίς αρμονίαις συγγράψηται Θεοτόκε,
Και συνεργός χρηματίση της ορθοδόξου λατρείας.
Δύνασαι γαρ όσα θέλεις, ως του Θεού Μήτερ ούσα.
Ταύτα λέγων ο Ιωάννης, απεκοιμήθη, και θεωρεί την Κυρίαν Θεοτόκον λέγουσαν αυτώ με ιλαρόν όμμα· «Ιδού ιατρεύθη η χειρ σου».
Τον Βίον τούτου συνέγραψεν ελληνιστί Ιωάννης ο Ιεροσολύμων, ου η αρχή· «Τοις τετηρηκόσι το κατ’ εικόνα». (Σώζεται εν τη Λαύρα, εν τη των Ιβήρων και εν άλλαις.)
*
Ο Όσιος Πατήρ ημών Ιωάννης Πολυβότης ο Θαυματουργός, εν ειρήνη τελειούται.
Επισκοπήν γης εκλιπών Ιωάννης,
Επισκοπούντος πάντα τέρπεται θέα (3).
Ούτος ο Άγιος εκ νεαράς ηλικίας εμίσει τας τρυφάς και ηδονάς του σώματος. Όθεν εστόλιζε την ζωήν του περισσότερον με νηστείαν και σωφροσύνην. Δια τούτο και χειροτονείται Επίσκοπος της Πολυβότου, αφ’ ου πρότερον ανέβη εις τους εκκλησιαστικούς βαθμούς, και έγινεν Αναγνώστης, Υποδιάκονος, Διάκονος και Πρεσβύτερος. Εμπιστευθείς λοιπόν προστασίαν λαού, επρόσθεσεν αγώνας επάνω εις τους προτέρους αγώνας ο τρισμακάριστος, και πόνους επάνω εις τους πόνους. Επειδή δε Λέων ο Ίσαυρος όταν έγινε βασιλεύς εν έτει ψις’ [716], επεχείρησε να βλασφημή κατά των αγίων εικόνων, και να αθετή την αυτών προσκύνησιν, δια τούτο ο ιερός ούτος Ιωάννης, ήλεγξε μεν δυνατά την ασέβειαν εκείνου. Εδίδαξε δε και εξηκριβώσατο εις το ποίμνιόν του την αληθή και Ορθόδοξον πίστιν της του Χριστού Εκκλησίας. Και εβεβαίωσεν ότι και αυτός εμμένει εις την πίστιν ταύτην και ζων και μετά θάνατον.
Τοσαύτην δε θαυμάτων δύναμιν έλαβεν εκ Θεού ο αοίδιμος, ώστε οπού ετιμώρησε με μίαν θεϊκήν τιμωρίαν τους Αγαρηνούς εκείνους, οπού εκατοίκουν τριγύρω εις το Αμόριον της Φρυγίας. Και ούτως τους εκατάπεισε να χαρίσουν εις αυτόν τους Χριστιανούς, οπού είχαν σκλάβους. Έτσι λοιπόν θεαρέστως ζήσας ο θείος Πατήρ, απήλθε προς Κύριον. Το δε τίμιον αυτού λείψανον διετηρήθη μετά θάνατον άφθαρτον και ολόκληρον έως της σήμερον. Το οποίον οι εκείσε ευρισκόμενοι Χριστιανοί σηκόνουσιν αυτό όρθιον κατά την ημέραν της Πεντηκοστής. Και ενδύοντες αυτό την αρχιερατικήν στολήν, το ακουμβίζουσιν όρθιον εις την Αγίαν Τράπεζαν εντός του Αγίου Βήματος. Έπειτα αναβιβάζουσιν αυτό επάνω εις το ιερόν σύνθρονον, και εις όλην την θείαν Λειτουργίαν υποστηρίζουσιν αυτό δύω Ιερείς. Όσα δε θαύματα ο Άγιος αυτός καθ’ εκάστην ενεργεί μετά θάνατον, δαιμονισμένους ελευθερόνων από τα δαιμόνια, και ασθενείας διαφόρους ιατρεύων, ταύτα, λέγω, δεν είναι δυνατόν εις ημάς να τα διηγούμεθα.
(3) Ήτοι τέρπεται με την θεωρίαν του τα πάντα επισκοπούντος Θεού.
*
Η Αγία Μάρτυς Ιουλιανή ξίφει τελειούται.
Ιουλιανήν ως περιστεράν δέχου,
Ει μη τάχει τέμνοιτο τρύζουσαν Λόγε.
*
Οι Άγιοι Μάρτυρες Χριστόδουλος και Χριστοδούλη η Παρθένος, ξίφει τελειούνται.
Συνωνυμών σοι Παρθένε Χριστοδούλη,
Ο Χριστόδουλος και συναθλεί σοι ξίφει.
*
Ο Άγιος νέος Ιερομάρτυς Σεραφείμ ο Φαναρίου Επίσκοπος, ο μαρτυρήσας εν έτει ͵αχα’ [1601], σούβλη διαπαρείς τελειούται.
Ο γης Σεραφείμ Θετταλών φυς ως κλάδος,
Θεώ Λόγω πρόσεισι ρείθροις αιμάτων (4).
(4) Το Μαρτύριον αυτού όρα εις το Νέον Μαρτυρολόγιον. Ο δε σοφολογιώτατος διδάσκαλος κυρ Χριστοφόρος ο Προδρομίτης συνέθετο εις αυτόν οκτωήχους Κανόνας, προσόμοιά τε και ιδιόμελα, άτινα και ετυπώθησαν ομού με την Ακολουθίαν του.
Ταις των σων Αγίων πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός ελέησον ημάς.
Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α’. Εκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Τῷ αὐτῷ μηνὶ Δ΄, μνήμη τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας.
Ξίφει πατὴρ θύσας σε Μάρτυς Βαρβάρα,
Ὑπῆρξεν ἄλλος Ἀβραὰμ Διαβόλου.
Κουριδίην κατέπεφνε πατὴρ τάλας ἀμφὶ τετάρτην.
Αὕτη ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Μαξιμιανοῦ, ἐν ἔτει σϞ΄ [290], θυγάτηρ ἑνὸς Ἕλληνος. Καταγομένη μὲν ἀπὸ τὴν Ἀνατολήν, φυλαττομένη δὲ μέσα εἰς ἕνα πύργον ὑψηλόν, διὰ τὴν ἀνθοῦσαν τοῦ σώματος αὐτῆς ὡραιότητα. Αὕτη λοιπὸν ἡ σεμνοτάτη παρθένος, παρὰ Θεοῦ ἐδιδάχθη τὴν εὐσέβειαν. Ὅθεν τὸν Χριστὸν σεβομένη κρυφίως, δὲν ἐδυνήθη νὰ κρυφθῇ ἀπὸ τὸν ἀσεβῆ πατέρα της. Ἐγνώρισε γὰρ ἐκεῖνος τὰ περὶ αὐτῆς, ὅταν, αὐτὸς μὲν εἶπε νὰ γένουν δύω παράθυρα εἰς τὸ παρ’ αὐτοῦ κτισθὲν λουτρόν, ἡ δὲ Ἁγία ἐπρόσταξε νὰ γένουν τρία παράθυρα, τὰ ὁποῖα καὶ ἔγιναν. Ἐρωτήσας δὲ αὐτήν, διὰ ποίαν αἰτίαν τρία παράθυρα κατεσκεύασεν; ἔμαθεν ἀπὸ αὐτήν, ὅτι τὰ ἐποίησεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅθεν ὁ βάρβαρος τοῦτο ἀκούσας, ὥρμησε νὰ τὴν θανατώσῃ μὲ τὸ ἐδικόν του σπαθί.
Ἐπειδὴ δὲ ἡ Ἁγία ἔφυγε, καὶ φεύγουσα ἐμβῆκε μέσα εἰς μίαν πέτραν, ἡ ὁποία παραδόξως ἐσχίσθη καὶ τὴν ἐδέχθη, διὰ τοῦτο ὁ πατὴρ αὐτῆς τὴν ἐκυνήγα. Εὑρὼν δὲ αὐτήν, μὲ τὸ μέσον τινος μηνυτοῦ, τὴν ἅρπασεν ἄσπλαγχνα ἀπὸ τὰ μαλλία τῆς κεφαλῆς. Καὶ φέρων, παρέδωκεν αὐτὴν εἰς τὸν τῆς χώρας ἄρχοντα. Ἔμπροσθεν τοῦ ὁποίου ὁμολογήσασα ἡ Ἁγία τὸν Χριστόν, καὶ τὰ εἴδωλα ὑβρίσασα, δέρνεται δυνατά, καὶ καταξεσχίζεται εἰς τὰς σάρκας, καὶ κατακαίεται εἰς τὰς πλευράς. Ἔπειτα κτυπᾶται εἰς τὴν κεφαλὴν μὲ μπάλλας, καὶ γυμνωθεῖσα, περιτριγυρίζει τὴν πόλιν ὁμοῦ καὶ δέρνεται. Καὶ τελευταῖον διὰ ξίφους τὴν κεφαλὴν ἀποκόπτεται ἀπὸ τὰς χεῖρας αὐτοῦ τοῦ ἰδίου ὠμοτάτου πατρός της. Ὁ ὁποῖος λέγεται, ὅτι ἀφ’ οὗ κατέσφαξε τὴν Ἁγίαν, καταβαίνωντας ἀπὸ τὸ βουνόν, ἐκτυπήθη ἄνωθεν ἀπὸ ἀστραποπελέκυ. Καὶ οὕτως ἀπέρριψε τὴν μιαράν του ψυχήν. (Τὸν κατὰ πλάτος Βίον αὐτῆς ὅρα εἰς τὸν Παράδεισον (1).)
(1) Σημείωσαι, ὅτι εὑρίσκεται ᾀσματικὴ Ἀκολουθία τελεία καὶ πλήρης. Ὁμοίως καὶ εἰκοσιτέσσαρες οἶκοι χαιρετίσιμοι εἰς τὴν Ἁγίαν ταύτην Βαρβάραν. Ἅπέρ εἰσι τετυπωμένα εἰς ξεχωριστὴν φυλλάδα. Τὸ δὲ Μαρτύριον αὐτῆς συνέγραψεν ὁ Μεταφραστής, οὗ ἡ ἀρχή· «Μαξιμιανῷ τῷ δυσσεβεῖ». (Σῴζεται ἐν τῇ τῶν Ἰβήρων καὶ ἐν ἄλλαις.) Ἐν δὲ τῇ Μεγίστῃ Λαύρᾳ, οὐ μόνον τὸ ῥηθὲν αὐτῆς Μαρτύριον σῴζεται, ἀλλὰ καὶ ἕτερον οὗ ἡ ἀρχή· «Ἐν τοῖς χρόνοις ἐκείνοις».
*
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου Πρεσβυτέρου τοῦ Δαμασκηνοῦ.
Πλήσας μελῶν γῆν ἡδέων Ἰωάννης,
Εἰς οὐρανοὺς ἄνεισι συνθήσων μέλη.
Οὗτος ἦτον κατὰ τοὺς χρόνους Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου ἐν ἔτει ψις΄ [716]. Ἔφθασε δὲ καὶ ἕως τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Κοπρωνύμου, τοῦ ἐν ἔτει ψμα΄ [741] βασιλεύσαντος. Καταγόμενος ἀπὸ τὴν Δαμασκόν, τὸ νῦν λεγόμενον Σάμ, ἐκ γένους λαμπροῦ, καὶ στολισμένου μὲ τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν. Ἐπειδὴ δὲ ἔτυχε νὰ ἔχῃ ἕνα φιλάρετον καὶ φιλόκαλον πατέρα, ἐγυμνάσθη μαζὶ μὲ τὸν συνανατροφόν του θεῖον Κοσμᾶν κάθε σοφίαν, τόσον τὴν ἔξωθεν τῶν Ἑλλήνων, ὅσον καὶ τὴν ἔσωθεν καὶ ἐδικήν μας, παρά τινος διδασκάλου ὀνομαζομένου καὶ ἐκείνου Κοσμᾶ, ἀνδρὸς εὐλαβεστάτου καὶ σοφωτάτου. Ὅστις ἐπωνομάζετο μὲν Ἀσηκρῆτις, ἐξηγοράσθη δὲ ἀπὸ τὸν πατέρα τοῦ θείου Ἰωάννου ὁμοῦ μὲ ἄλλους σκλάβους. Ὅθεν ἐπειδὴ ἔτυχον τοιοῦτον σοφὸν διδάσκαλον, διὰ τοῦτο ἔφθασαν καὶ οἱ δύω εἰς τὸ ἄκρον τῆς σοφίας. Ἔπειτα γενόμενοι καὶ οἱ δύω Μοναχοί, ἐσχόλαζον εἰς μόνον τὸν Θεὸν καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ.
Ὁ δὲ Ἰωάννης ξεχωριστὰ παραδοθεὶς ἀπὸ τὸν προεστῶτα τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα, εἰς ἕνα γέροντα μεγάλον καὶ σοφὸν κατὰ τὰ θεῖα, ἐδιδάχθη παρ’ αὐτοῦ τὴν μακαρίαν ὑπακοήν. Ὅθεν ἐπροστάχθη ἀπὸ αὐτὸν νὰ μὴ ψάλῃ κᾀμμίαν φοράν, οὐδὲ τὸ παραμικρὸν ψαλτικὸν κατὰ τὴν τέχνην τῆς μουσικῆς ὁποῦ ἤξευρε. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ Ἰωάννης ἐφύλαξεν ἀδιακρίτως τὴν προσταγὴν τοῦ γέροντος εἰς χρόνους πολλούς. Λέγεται δὲ ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐφάνη κατ’ ὄναρ εἰς τὸν γέροντά του, καὶ εἶπεν αὐτῷ, νὰ παρακινήσῃ τὸν ὑποτακτικόν του Ἰωάννην νὰ συγγράψῃ ὕμνους εἰς δόξαν τοῦ ἐξ αὐτῆς γεννηθέντος ἀσπόρως Χριστοῦ, καὶ εἰς καύχημα καὶ χαρὰν ἐκείνων τῶν Χριστιανῶν, ὁποῦ χρεωστοῦν νὰ δοξολογοῦσι τὴν Θεοτόκον. Καθὼς καὶ αὐτὸς ὁ ἴδιος Ἰωάννης χρεωστεῖ ἐξάπαντος νὰ δοξολογῇ τὴν αὐτὴν Θεοτόκον, ἐπειδὴ ἀπόλαυσε πολλὴν βοήθειαν παρ’ αὐτῆς. Τὴν γὰρ ἀδίκως κοπεῖσαν ἀπὸ τὸν ἄρχοντα χεῖρα του, ὑγιᾶ καὶ ὁλόκληρον ἡ Θεοτόκος ἀπεκατέστησε μὲ τὴν μεγάλην της δύναμιν.
Ὅθεν λαβὼν ὁ θεῖος Ἰωάννης τὴν ἄδειαν παρὰ τοῦ γέροντός του, συνέγραψεν ὕμνους καὶ ᾄσματα μελίρρυτα, ὑπόθεσιν προστησάμενος τῆς ᾀσματικῆς του μελῳδίας, καὶ τῆς ἄλλης λογογραφίας του, αὐτὴν τὴν Μητέρα τοῦ φωτὸς καὶ Δέσποιναν Θεοτόκον. Μὲ τοιοῦτον τρόπον λοιπὸν ὁ θεῖος οὗτος τῆς Ἐκκλησίας φωστήρ, συνέγραψε συγγράμματα πάμπολλα, διὰ μέσου τῶν ὁποίων εὑρίσκεται ἡ λύσις κάθε ἀπορίας γραφικῆς, καὶ παντὸς ζητήματος ἡ ἐξήγησις. Καὶ μὲ τὴν δύναμιν τῶν λόγων του, καὶ μὲ τὰς ἀπὸ τῶν θείων Γραφῶν ἀποδείξεις του, ἐστηλίτευσε τὴν δυσσεβῆ αἵρεσιν τῶν Εἰκονομάχων. Ὅθεν μέχρι τέλους μὴ συγκαταβὰς τελείως ἀπὸ τὴν ἄσκησιν, τελειόνοι τὴν ἀγίαν ζωήν του εἰς γῆρας βαθύ, ζήσας χρόνους ἑκατὸν τέσσαρας. (Τὸν κατὰ πλάτος Βίον αὐτοῦ ὅρα εἰς τὸ Ἐκλόγιον (2).) Περὶ δὲ τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ, εἴπομεν ξεχωριστὰ εἰς τὰς δεκατέσσαρας τοῦ Ὀκτωβρίου, καὶ ὅρα ἐκεῖ.
(2) Οἱ στίχοι δέ, διὰ μέσου τῶν ὁποίων παρεκάλει ὁ θεῖος Ἰωάννης τὴν Θεοτόκον, διὰ νὰ ἰατρεύσῃ τὴν κοπεῖσαν χεῖρά του, εἶναι οὗτοι:
Δέσποινα πάναγνε Μῆτερ ἡ τὸν Θεόν μου τεκοῦσα,
Διὰ τὰς θείας εἰκόνας ἡ δεξιά μου ἐκόπη.
Οὐκ ἀγνοεῖς τὴν αἰτίαν δ’ ἣν ἐμάνη ὁ Λέων.
Πρόφθασον τοίνυν ὡς τάχος καὶ ἴασαί μου τὴν χεῖρα.
Ἡ δεξιὰ τοῦ ὑψίστου ἡ ἀπὸ σοῦ σαρκωθεῖσα,
Πολλὰς ποιεῖ τὰς δυνάμεις διὰ τῆς σῆς μεσιτείας.
Τὴν δεξιάν μου καὶ ταύτην νῦν ἰασάτω λιταῖς σου,
Ὡς ἂν σοὺς ὕμνους οὓς δοίης καὶ τοῦ ἐκ σοῦ σαρκωθέντος,
Ἐν ῥυθμικαῖς ἁρμονίαις συγγράψηται Θεοτόκε,
Καὶ συνεργὸς χρηματίσῃ τῆς ὀρθοδόξου λατρείας.
Δύνασαι γὰρ ὅσα θέλεις, ὡς τοῦ Θεοῦ Μῆτερ οὖσα.
Ταῦτα λέγων ὁ Ἰωάννης, ἀπεκοιμήθη, καὶ θεωρεῖ τὴν Κυρίαν Θεοτόκον λέγουσαν αὐτῷ μὲ ἱλαρὸν ὄμμα· «Ἰδοὺ ἰατρεύθη ἡ χείρ σου».
Τὸν Βίον τούτου συνέγραψεν ἑλληνιστὶ Ἰωάννης ὁ Ἱεροσολύμων, οὗ ἡ ἀρχή· «Τοῖς τετηρηκόσι τὸ κατ’ εἰκόνα». (Σῴζεται ἐν τῇ Λαύρᾳ, ἐν τῇ τῶν Ἰβήρων καὶ ἐν ἄλλαις.)
*
Ὁ Ὅσιος Πατὴρ ἡμῶν Ἰωάννης Πολυβότης ὁ Θαυματουργός, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.
Ἐπισκοπὴν γῆς ἐκλιπὼν Ἰωάννης,
Ἐπισκοποῦντος πᾶντα τέρπεται θέᾳ (3).
Οὗτος ὁ Ἅγιος ἐκ νεαρᾶς ἡλικίας ἐμίσει τὰς τρυφὰς καὶ ἡδονὰς τοῦ σώματος. Ὅθεν ἐστόλιζε τὴν ζωήν του περισσότερον μὲ νηστείαν καὶ σωφροσύνην. Διὰ τοῦτο καὶ χειροτονεῖται Ἐπίσκοπος τῆς Πολυβότου, ἀφ’ οὗ πρότερον ἀνέβη εἰς τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς βαθμούς, καὶ ἔγινεν Ἀναγνώστης, Ὑποδιάκονος, Διάκονος καὶ Πρεσβύτερος. Ἐμπιστευθεὶς λοιπὸν προστασίαν λαοῦ, ἐπρόσθεσεν ἀγῶνας ἐπάνω εἰς τοὺς προτέρους ἀγῶνας ὁ τρισμακάριστος, καὶ πόνους ἐπάνω εἰς τοὺς πόνους. Ἐπειδὴ δὲ Λέων ὁ Ἴσαυρος ὅταν ἔγινε βασιλεὺς ἐν ἔτει ψις΄ [716], ἐπεχείρησε νὰ βλασφημῇ κατὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων, καὶ νὰ ἀθετῇ τὴν αὐτῶν προσκύνησιν, διὰ τοῦτο ὁ ἱερὸς οὗτος Ἰωάννης, ἤλεγξε μὲν δυνατὰ τὴν ἀσέβειαν ἐκείνου. Ἐδίδαξε δὲ καὶ ἐξηκριβώσατο εἰς τὸ ποίμνιόν του τὴν ἀληθῆ καὶ Ὀρθόδοξον πίστιν τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Καὶ ἐβεβαίωσεν ὅτι καὶ αὐτὸς ἐμμένει εἰς τὴν πίστιν ταύτην καὶ ζῶν καὶ μετὰ θάνατον.
Τοσαύτην δὲ θαυμάτων δύναμιν ἔλαβεν ἐκ Θεοῦ ὁ ἀοίδιμος, ὥστε ὁποῦ ἐτιμώρησε μὲ μίαν θεϊκὴν τιμωρίαν τοὺς Ἀγαρηνοὺς ἐκείνους, ὁποῦ ἐκατοίκουν τριγύρω εἰς τὸ Ἀμόριον τῆς Φρυγίας. Καὶ οὕτως τοὺς ἐκατάπεισε νὰ χαρίσουν εἰς αὐτὸν τοὺς Χριστιανούς, ὁποῦ εἶχαν σκλάβους. Ἔτσι λοιπὸν θεαρέστως ζήσας ὁ θεῖος Πατήρ, ἀπῆλθε πρὸς Κύριον. Τὸ δὲ τίμιον αὐτοῦ λείψανον διετηρήθη μετὰ θάνατον ἄφθαρτον καὶ ὁλόκληρον ἕως τῆς σήμερον. Τὸ ὁποῖον οἱ ἐκεῖσε εὑρισκόμενοι Χριστιανοὶ σηκόνουσιν αὐτὸ ὄρθιον κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς. Καὶ ἐνδύοντες αὐτὸ τὴν ἀρχιερατικὴν στολήν, τὸ ἀκουμβίζουσιν ὄρθιον εἰς τὴν Ἁγίαν Τράπεζαν ἐντὸς τοῦ Ἁγίου Βήματος. Ἔπειτα ἀναβιβάζουσιν αὐτὸ ἐπάνω εἰς τὸ ἱερὸν σύνθρονον, καὶ εἰς ὅλην τὴν θείαν Λειτουργίαν ὑποστηρίζουσιν αὐτὸ δύω Ἱερεῖς. Ὅσα δὲ θαύματα ὁ Ἅγιος αὐτὸς καθ’ ἑκάστην ἐνεργεῖ μετὰ θάνατον, δαιμονισμένους ἐλευθερόνων ἀπὸ τὰ δαιμόνια, καὶ ἀσθενείας διαφόρους ἰατρεύων, ταῦτα, λέγω, δὲν εἶναι δυνατὸν εἰς ἡμᾶς νὰ τὰ διηγούμεθα.
(3) Ἤτοι τέρπεται μὲ τὴν θεωρίαν τοῦ τὰ πᾶντα ἐπισκοποῦντος Θεοῦ.
*
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Ἰουλιανὴ ξίφει τελειοῦται.
Ἰουλιανὴν ὡς περιστερὰν δέχου,
Εἰ μὴ τάχει τέμνοιτο τρύζουσαν Λόγε.
*
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Χριστόδουλος καὶ Χριστοδούλη ἡ Παρθένος, ξίφει τελειοῦνται.
Συνωνυμῶν σοι Παρθένε Χριστοδούλη,
Ὁ Χριστόδουλος καὶ συναθλεῖ σοι ξίφει.
*
Ὁ Ἅγιος νέος Ἱερομάρτυς Σεραφεὶμ ὁ Φαναρίου Ἐπίσκοπος, ὁ μαρτυρήσας ἐν ἔτει ͵αχα΄ [1601], σούβλῃ διαπαρεὶς τελειοῦται.
Ὁ γῆς Σεραφεὶμ Θετταλῶν φὺς ὡς κλάδος,
Θεῷ Λόγῳ πρόσεισι ῥείθροις αἱμάτων (4).
(4) Τὸ Μαρτύριον αὐτοῦ ὅρα εἰς τὸ Νέον Μαρτυρολόγιον. Ὁ δὲ σοφολογιώτατος διδάσκαλος κὺρ Χριστοφόρος ὁ Προδρομίτης συνέθετο εἰς αὐτὸν ὀκτωήχους Κανόνας, προσόμοιά τε καὶ ἰδιόμελα, ἅτινα καὶ ἐτυπώθησαν ὁμοῦ μὲ τὴν Ἀκολουθίαν του.
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων πρεσβείαις Χριστὲ ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Ἀπό τὸ βιβλίο: Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ. Τόμος Α’. Ἐκδόσεις Δόμος, 2005.
* * *
Των Αγίων Βαρβάρας, Ιωάννου του Δαμασκηνού, Ιωάννου Πολυβότου κ.ά.