Γόνος ευγενούς οικογένειας της Ιρλανδίας, η οποία είχε εκχριστιανισθεί από τον άγιο Πατρίκιο [17 Μαρτίου], η αγία Βριγίδη έδειξε από πολύ μικρή αξιοθαύμαστη κλίση προς την αρετή. Όταν έφθασε σε ηλικία δεκαέξι ετών και το σπάνιο κάλλος της προσείλκυε πλήθος μνηστήρων, παρεκάλεσε τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό – τον μόνο Νυμφίο που η καρδιά της επιθυμούσε – να την κάνει άσχημη, έτσι ώστε να μη βρίσκεται κανένας που να θέλει να την νυμφευθεί. Η προσευχή της εισακούσθηκε, έχασε το ένα μάτι της και μπόρεσε έτσι να εισέλθει σε μοναστήρι. Την ίδια μέρα που εκάρη μοναχή, θεραπεύτηκε θαυματουργικά και ξαναβρήκε την πρωτύτερη καλλονή της την οποία επαύξησε με κάλλος πνευματικό.
Σύντομα, άλλες επτά κόρες τέθηκαν υπό την καθοδήγησή της και η αδελφότητα που ίδρυσε γύρω από μια μεγάλη βελανιδιά, λίγα χιλιόμετρα απόσταση από το Δουβλίνο, γρήγορα αναπτύχθηκε χάρις στην φήμη της αγίας ηγουμένης. Η μονή αυτή, που ονομάσθηκε Κιλνταίρ, εξελίχθηκε κατόπιν σε έδρα επισκόπου και οι μαθήτριες της αγίας Βριγίδης σκόρπισαν σε όλη την Ιρλανδία ιδρύοντας μοναστήρια. Το πλήθος αυτό των καθιδρυμάτων υποχρέωνε την αγία να κάνει συχνές περιοδείες και κάθε φορά τα θαύματα αφθονούσαν απ’ όπου περνούσε. Με μόνο το σημείο του Σταυρού εξεδίωκε δαιμόνια, θεράπευε ασθένειες, μετέστρεφε αμαρτωλούς και η παρουσία της ενέπνεε σε όλο τον λαό την αγάπη για τον Θεό. Όλα τα επιφανή πρόσωπα της εποχής της την γνώρισαν εκφράζοντας θαυμασμό για το πρόσωπό της.
Προέβλεψε την ημέρα της τελευτής της, και εκοιμήθη εν ειρήνη την 1η Φεβρουαρίου 524, αφήνοντας κληρονομιά στις μαθήτριές της έναν Κανονισμό στον οποίο συνοψίζονταν οι διδαχές της. Τιμάται ως προστάτις της Ιρλανδίας μαζί με τον άγιο Πατρίκιο, και ως η μεγαλύτερη αγία μετά την Υπεραγία Θεοτόκο. Κατά τον Μεσαίωνα, η τιμή της απλώθηκε σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος έκτος, Φεβρουάριος. Εκδόσεις Ορμύλια, σελ. 18.