(Κατά τη διάρκεια αγρυπνίας για τη μνήμη του αγίου Μαξίμου του ομολογητού (21 Ιαν. 1988) ο π. Συμεών, διαβάζοντας τον βίο του αγίου από τον Συναξαριστή του αγίου Νικοδήμου, είπε και τα εξής.)
Θα ήθελα να σημειώσουμε δύο μικρά θέματα. Το ένα είναι ότι ο άγιος Μάξιμος δεν ήταν τυχαίο πρόσωπο. Μεταξύ των άλλων ήταν μεγάλη διάνοια και σοφός και γι’ αυτό ήταν σύμβουλος των βασιλέων. Αλλά ήταν άγιος. Εκείνο που βαρύνει εδώ είναι ότι ήταν άγιος και όχι ότι ήταν σοφός. Διότι κάποιος μπορεί να μην είναι σοφός, όσο ο άγιος Μάξιμος, αλλά αν είναι άγιος, είναι άγιος. Η Εκκλησία τον τιμά όχι γιατί ήταν σοφός ή γιατί είχε κάτι το ιδιαίτερο, αλλά γιατί ήταν άγιος. Και ακριβώς επειδή ήταν άγιος – έρχομαι στο δεύτερο θέμα – όταν δυσκόλεψαν τα πράγματα, όταν ήλθαν έτσι τα πράγματα που δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά, εγκαταλείπει τη θέση, το αξίωμα και την οποιαδήποτε επικοινωνία και αναστροφή με το προηγούμενο περιβάλλον του, τα εγκαταλείπει όλα και φεύγει. Πηγαίνει στο μοναστήρι και γίνεται μοναχός.
Θα ήθελα λοιπόν να προσέξουμε, παρακαλώ, καταρχήν αυτό το πρώτο θέμα, ότι δεν έχει σημασία, εάν έχεις το ένα τάλαντο ή το άλλο τάλαντο, τη μια αξία ή την άλλη αξία, την μια ή την άλλη ικανότητα. Κάτι θα έχεις. Ή κάτι μεγάλο ή κάτι μικρό ή κάποια πολλά ή κάποια λίγα. Όμως δεν είναι αυτό που μετράει. Εκείνο που μετράει είναι, εάν ζεις αγία ζωή. Και μάλιστα όταν έχεις και κάποιες τέτοιες αξίες και ζεις αγία ζωή, θα έλεγε κανείς ότι η αγία ζωή είναι ακόμη πιο καλή. Όχι επειδή οι οποιεσδήποτε ικανότητές σου την κάνουν πιο καλή, αλλά ενώ έχεις αυτά και είναι ένας πειρασμός – στις ημέρες μας είναι πολύ σπάνιο να έχει κανείς κάποιες ικανότητες και να μην επηρεάζεται απ’ αυτές και να κοιτάει να ζήσει αγία ζωή – ενώ λοιπόν είναι ένας πειρασμός αυτά, επειδή τα περιφρονεί κανείς και δεν επηρεάζεται απ’ αυτά και ζει την αγία ζωή, ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο η αγία ζωή, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, είναι καλύτερη. Όχι ότι οι ικανότητες αυτές ή τα τάλαντα αυτά προσδίδουν στην αγιότητα περισσότερη αίγλη.
Και το δεύτερο είναι, όταν έλθουν έτσι τα πράγματα που κινδυνεύει η σωτηρία σου, βλάπτεται η ζωή σου, δηλαδή η αγία ζωή, η πνευματική ζωή, να μη διστάσεις καθόλου να απορρίψεις ό,τι χρειάζεται να απορρίψεις, και να φύγεις απ’ όπου πρέπει να φύγεις. Μη διστάσεις καθόλου να κόψεις με το μαχαίρι, αν γίνεται, ό,τι σ’ εμποδίζει στην αγία ζωή. Όχι απλώς στην κάποια χριστιανική ζωή αλλά στην αγία ζωή.
Κάνει εντύπωση ότι δεν έγινε από μικρός μοναχός. Ήλθαν έτσι τα πράγματα και τον κάλεσαν στα ανάκτορα να βοηθήσει και πήγε ευχαρίστως να δώσει συμβουλές. Καθώς ήταν αγνός και απλός άνθρωπος, δεν πονηρεύτηκε ότι εκεί θα δυσκολευόταν και μάλιστα λόγω της αιρέσεως που παρουσιάσθηκε. Όταν όμως είδε ότι δεν μπορεί να γίνει τίποτε άλλο και το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να πάει στο μοναστήρι, σηκώθηκε και πήγε.
Σε θέματα πίστεως αξίζει να υποστεί κανείς τα πάντα
Όταν είναι θέμα πίστεως, τότε δεν υπάρχει τίποτε να σ’ εμποδίζει. Τα παίζεις όλα για όλα. Όταν είναι θέμα πίστεως. Και την ησυχία αφήνει κανείς και την οποιαδήποτε άλλη πνευματική βόλεψη και ξεπερνάει την όποια δυσκολία, για ν’ αγωνισθεί υπέρ της πίστεως. Γιατί η αληθινή πίστη είναι η σωτηρία. Δεν είναι η πίστη, ας πούμε, απλώς κωδικοποίηση κάποιων νόμων, που πρέπει να τους μάθει κανείς και να τους γνωρίζει, αλλά είναι η ζωή.
Κάποια φορά, αφού δίδαξε ο Χριστός, πολλοί από τον ευρύτερο κύκλο των μαθητών του, επειδή δεν δέχονταν τον λόγο του, έφυγαν και δεν πήγαιναν πια μαζί του, και ο Κύριος είπε στους δώδεκα· «Μη και υμείς θέλετε υπάγειν;» Και οι μαθηταί με το στόμα του Πέτρου είπαν· «Κύριε, προς τίνα απελευσόμεθα; ρήματα ζωής αιωνίου έχεις» (Ιω. 6:68). Τα λόγια δηλαδή του Χριστού δεν ήταν μια διδασκαλία, μια κάποια διδασκαλία, μια κάποια φιλοσοφία. Ήταν λόγια ζωής. Της αληθινής ζωής, της θείας ζωής. Και όταν κανείς έχει τη ζωή, τη θεία ζωή, έχει σωτηρία, είναι στη σωτηρία, είναι σεσωσμένος. Όταν δεν έχει θεία ζωή και είναι μέσα του η αμαρτία, δεν είναι σεσωσμένος.
Η πίστη λοιπόν, η αληθινή πίστη, είναι σωτηρία, και γι’ αυτό, όπως αξίζει κανείς να μαρτυρήσει, για να ζήσει κατά Θεόν, έτσι αξίζει να μαρτυρήσει, αξίζει να πάθει τα πάντα και να υποστεί τα πάντα, για την αληθινή πίστη. Όπως ο άγιος Μάξιμος εγκατέλειψε την οποιαδήποτε βόλεψή του υπέρ της πίστεως, γιατί αυτό ήταν η σωτηρία γι’ αυτόν και η σωτηρία για όλο τον λαό, αυτή η αληθινή πίστη.
Να κάνουμε το παν για τη σωτηρία της ψυχής μας
Τελειώνοντας θα παρακαλούσα να το προσέξουμε αυτό το σημείο. Μπορεί να υπάρχουν πολλά πράγματα σ’ αυτόν τον κόσμο που μας αποσπούν, που μας αιχμαλωτίζουν, που λάμπουν, που μας επηρεάζουν. Και κυρίως θα έλεγα ότι μέσα μας υπάρχουν κάποιες δυνάμεις, οι οποίες μας παρασέρνουν προς τα εδώ ή προς τα εκεί. Όμως μία ζωή έχουμε. Δεν έχουμε πολλές ζωές και μάλιστα δεν έχουμε εξασφαλισμένη τη χρονική διάρκεια της ζωής μας. Δεν ξέρουμε πόσο θα διαρκέσει αυτή η μία ζωή που έχουμε. Μπορεί να διαρκέσει πολύ, μπορεί να διαρκέσει λίγο, μπορεί να διαρκέσει για χρόνια ακόμη ή να έλθει πολύ σύντομα το τέλος. Δεν επιτρέπεται να έχουμε αυτό το πνεύμα της πολυτελείας και να χάνουμε τον καιρό μας, επειδή μας χρειάζονται κάποια πράγματα, επειδή ξεγελιόμαστε από κάποια πράγματα. Δεν επιτρέπεται ν’ αφηνόμαστε σε μια τέτοια πολυτέλεια.
Ο άνθρωπος κάθε φορά που έρχεται «εις εαυτόν» (Λουκ. 15:17), κάθε φορά που σκέπτεται τίμια ενώπιον του Θεού, χωρίς καθόλου χρονοτριβή, την ίδια στιγμή, να βάζει κάτω τον εαυτό του και αν, όσο μπορεί να δει, βλέπει ότι δεν είναι σωστά στην οδό της σωτηρίας και κάποια άλλα πράγματα τον ξεγελούν, κάποια άλλα πιο πολύ τον παρασέρνουν, να μη διστάζει καθόλου να κόψει τα νήματα που τον δένουν μ’ αυτά τα πράγματα. Και δεν πρέπει να επηρεάζεται, έστω κι αν χάσει, κι αν ζημιωθεί, έστω κι αν δεν δώσει καλή εντύπωση σε κάποιους, έστω κι αν φαίνεται ότι σαν να χάνει τη ζωή του.
Κανένας άγιος δεν επηρεάσθηκε από τέτοια δολώματα και δελεάσματα. Κανένας άγιος. Με ευθύτητα, με ειλικρίνεια και με τιμιότητα όλοι οι άγιοι ήταν στην οδό της σωτηρίας, όσο κι αν τους στοίχιζε. Άλλοτε τους στοίχιζε να χάσουν τούτο κι εκείνο, άλλοτε τους στοίχιζε να χάσουν κάποια μέλη του σώματός τους, όπως στοίχισε στον άγιο Μάξιμο, και άλλοτε τους στοίχιζε την ίδια τη ζωή. Αλλά αυτό καθόλου δεν το σκέπτονταν.
Αυτό το πνεύμα λείπει. Θ’ αναφερθώ πάλι στον ληστή. Ο ληστής, ο καλός ληστής, επάνω στον σταυρό του δίπλα στον Χριστό δεν σκέπτεται ότι πάει η ζωή του, ότι πονάει, και να γινόταν κάτι να γλιτώσει, αλλά καταδικάζοντας πλήρως τον εαυτό του, λέει στον Κύριο· «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου» (Λουκ. 23:42).
Κι εσύ, όποιος κι αν είσαι, αν αυτό έχεις στη σκέψη σου, αν αυτό έχεις στην ψυχή σου, να σε θυμηθεί ο Κύριος στην Βασιλεία του, να ζητάς τη Βασιλεία του, όπως είπε ο ίδιος ο Κύριος· «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού… και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν» (Ματθ. 6:33), να ζητάς τη σωτηρία σου, να ζητάς τον Χριστό και όχι άλλα πράγματα, αν λοιπόν κι εσύ αυτά έχεις στην ψυχή σου, τότε κι εσύ θ’ ακολουθήσεις την οδό των αγίων.
Και ο Θεός θα σ’ αξιώσει να πάθεις, όπως έπαθαν και οι άγιοι, ώστε έτσι να αγιασθεί η ψυχή σου και να ζήσεις αγία ζωή, όσο ζήσεις σ’ αυτόν τον κόσμο, και να είσαι μια μαρτυρία για τους άλλους και όταν φύγεις απ’ αυτό τον κόσμο, να ζήσεις αιώνια.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Θέλεις να αγιάσεις;”, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 1999, σελ. 272.