Κάποτε επιτέθηκαν οι δαίμονες στον αββά Αρσένιο μέσα στο κελλί του και τον ταλαιπωρούσαν. Όταν ήρθαν οι υποτακτικοί του και στάθηκαν έξω από το κελλί, τον άκουσαν να φωνάζει στον Θεό και να λέει: «Θεέ μου, μη με αφήνεις. Κανένα καλό δεν έκανα μπροστά σου, βοήθησέ με όμως, σύμφωνα με την καλοσύνη σου, να βάλω αρχή».
Κάποτε ο μακάριος αρχιεπίσκοπος Θεόφιλος επισκέφτηκε τον αββά Αρσένιο μαζί με κάποιον άρχοντα και ζήτησε από τον γέροντα να τους πει κάποιον λόγο. Ο γέροντας, μετά από λίγη σιωπή, τους ρώτησε: «Και αν σας πω, θα τον τηρήσετε;» Εκείνοι συμφώνησαν να τον τηρήσουν, και ο γέροντας συνέχισε: «Όπου ακούσετε ότι είναι ο Αρσένιος, να μην πλησιάσετε».
Άλλοτε πάλι ο αρχιεπίσκοπος θέλησε να επισκεφτεί τον γέροντα και έστειλε πρώτα κάποιον να τον ρωτήσει αν θα του ανοίξει. Εκείνος του μήνυσε: «Αν έρθεις, θα σου ανοίξω· και αν ανοίξω σ’ εσένα, σε όλους θα ανοίγω. Και τότε δεν θα καθίσω πλέον εδώ». Όταν τα άκουσε αυτά ο αρχιεπίσκοπος είπε: «Αν πηγαίνω για να τον διώξω, δεν θα πάω ποτέ».
Ένας αδελφός ζήτησε από τον αββά Αρσένιο να του πει κάποιον λόγο, και ο γέροντας του είπε: «Με όση δύναμη έχεις, να αγωνίζεσαι, για να γίνεται η εσωτερική σου εργασία όπως τη θέλει ο Θεός, και θα νικήσεις τα εξωτερικά πάθη».
Επίσης είπε: «Αν ζητήσουμε τον Θεό, θα μας εμφανιστεί, και αν τον κρατήσουμε, θα μείνει μαζί μας».
Οι γέροντες διηγήθηκαν ότι δόθηκαν κάποτε στη Σκήτη λίγα ξερά σύκα για διανομή, και επειδή ήταν κάτι μηδαμινό, δεν έστειλαν από αυτά στον αββά Αρσένιο, για να μην το θεωρήσει προσβολή. Ο γέροντας το έμαθε και δεν πήγε στην εκκλησία λέγοντας: «Με χωρίσατε από εσάς με το να μη μου δώσετε από την ευλογία που έστειλε ο Θεός στους αδελφούς, την οποία δεν ήμουν άξιος να λάβω». Αυτό το άκουσαν όλοι και ωφελήθηκαν από την ταπείνωση του γέροντα. Πήγε τότε ο πρεσβύτερος, του έδωσε τα ξερά σύκα και τον έφερε στην εκκλησία με χαρά.
Ο αββάς Δανιήλ έλεγε για τον αββά Αρσένιο: «Τόσα χρόνια έμεινε μαζί μας ο γέροντας, και μόνο ένα καλάθι σιτάρι του δίναμε για τις ανάγκες όλης της χρονιάς· και όταν τον επισκεπτόμασταν, τρώγαμε και εμείς από αυτό».
Κάποτε ο αββάς Αρσένιος αρρώστησε στη Σκήτη και του χρειαζόταν κάτι πολύ μικρής αξίας. Καθώς δεν είχε τρόπο να το αγοράσει, δέχτηκε από κάποιον ελεημοσύνη και είπε: «Σε ευχαριστώ, Κύριε, γιατί με αξίωσες να λάβω ελεημοσύνη για το όνομά σου».
Από το βιβλίο: Το Γεροντικό, τόμος Α’, μετάφραση. Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2013, σελ. 29 (§§ 3, 7-10, 16, 17, 20).
Από τον βίο του αγίου Αρσενίου