Γεννημένη περί το 291 στην Καλαμάτα της Πελοποννήσου από γονείς μετανάστες εξ Ιταλίας, η αγία Ξένη ήταν προικισμένη με εξαιρετική ομορφιά, την οποία αγλάιζε ο στολισμός της σεμνότητος και των αγίων αρετών. Μία ημέρα, ο διοικητής της περιοχής Δομητιανός, επιστρέφοντας από κυνήγι συνάντησε την κόρη και σαγηνευμένος από το κάλλος της ορέχθηκε αμέσως να την κάνει γυναίκα του. Προσέφυγε αρχικά σε έναν μάγο για να κερδίσει τον έρωτά της, αλλά εκείνη ματαίωσε τις μηχανεύσεις του με την δύναμη του Σταυρού.
Όταν κλήθηκε ενώπιόν του, απέκρουσε τις προτάσεις του διακηρύσσοντας ότι ο μόνος Νυμφίος που η καρδιά της λαχταρούσε ήταν ο Ιησούς Χριστός. Ο Δομητιανός την έκλεισε τότε σε τόπο σκοτεινό και επιχείρησε να την εξαναγκάσει. Αποτυγχάνοντας, την άδραξε από τα μαλλιά, την έσυρε έξω και την παρέδωσε στα βασανιστήρια. Βυθισμένη στην προσευχή, η κόρη δεν ένιωθε τα μαρτύρια και το ίδιο βράδυ παρουσιάστηκε ο Χριστός στην φυλακή για να γιατρέψει τις πληγές της.
Την επόμενη ημέρα, οδηγήθηκε στον ειδωλολατρικό ναό και με την προσευχή της συνέτριψε τα είδωλα. Εκτός εαυτού ο Δομητιανός, την παρέδωσε ξανά στα βασανιστήρια. Όσο περισσότερο όμως οι δήμιοι ξεσπούσαν την λύσσα τους πάνω της, τόσο η χάρις του Θεού επλήρωνε την αγία που γελοιοποιούσε τους διώκτες της.
Ο Χριστός την επισκέφθηκε πάλι για να της αναγγείλει τον επικείμενο θρίαμβό της και την επόμενη ημέρα, 3 Μαΐου 318, καταδικάστηκε σε θάνατο. Ζήτησε μόνο την χάρη να αναπέμψει μια τελευταία προσευχή στον Θεό και κατόπιν έκλινε τον τράχηλο στο ξίφος. Ο δήμιος έφερε κατόπιν την καρδιά της πάνω σε έναν δίσκο στον τύραννο, ενώ το σώμα της τεμαχίσθηκε και παραδόθηκε στο πυρ. Οι στάχτες της αγίας που περιμάζευσαν οι πιστοί, έγιναν πηγή πολλών θαυμάτων στην περιοχή της Πελοποννήσου.
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος ένατος, Μάιος, σελ. 37. Ίνδικτος, Αθήναι 2007.